Ο Νεομάρτυς Δημήτριος ο εν Ιωαννίνοις αθλήσας...

on .

Ό νεομάρτυς Δημήτριος γεννήθηκε στήν ιστορική καί πανέμορφη Σαμαρίνα στά τέλη του ιη'αι. Σέ νεαρή ήλικία έκάρη μοναχός στήν Ιερά Μονή 'Αγίας Παρασκευής τής γενέτειράς του, οπού «καθήγνισε σώμα καί ψυχήν καί έγένετο σκεύος έκλεκτόν καί δεκτικόν του θείου τής χάριτος φωτισμού».

Ώς μοναχός ακολούθησε τόν όνομαστό άρματωλό των Χασίων Παπαθύμιο Βλαχάβα, ό όποιος είχε άνδρωθεί στά άγιομετεωρίτικα Μοναστήρια, στούς αγώνες του οποίου πήρε ενεργό μέρος. Πε- ριόδευσε διάφορα μέρη τής Ηπείρου καί Θεσσαλίας, εμψυχώνοντας τούς τρομοκρατημένους ραγιάδες καί εύαγγελιζόμενος τό ζείδωρο μήνυμα τής Εθνικής Ελευθερίας. Φλογερός δημεγέρτης καθώς ήταν, ξεσήκωνε μέ τή δύναμη του λόγου του τίς λαϊκές μάζες, δίνοντας σ’ αυτές ελπίδα γιά μιά καινούργια καί αξιοπρεπή ζωή.

Ύστερα από τήν αποτυχία του επαναστατικού κινήματος τού Παπα-Βλαχάβα, πού ξέσπασε τόν Μάϊο τού 1808, περιόδευσε τή Θεσσαλία γιά νά στηρίξει καί παρηγορήσει τούς χριστιανούς, οι όποιοι είχαν κλονισθεί από τούς άγριους διωγμούς, πού είχαν ένταθεί έξαιτίας του προαναφερθέντος κινήματος.

Ό Άλή Πασάς των Ίωαννίνων, ενοχλημένος από τή γενικότερη δραστηριότητα του Δημητρίου καί ελπίζοντας δτι θά άποσπάσει από αυτόν πληροφορίες γιά τήν φημολογούμενη ανάμιξη των Επισκόπων τής Θεσσαλίας στήν Επανάσταση, εδωσε εντολή νά συλληφθεί καί νά όδηγηθεί δέσμιος στά Γιάννινα.

Ό Pouqueville, πού ήταν τότε πρόξενος τής Γαλλίας στά Γιάννινα καί παρακολούθησε από κοντά τή σύλληψη, τήν ανάκριση καί όλες τίς φάσεις του μαρτυρίου του νεομάρτυρος, γράφει μεταξύ άλλων καί τά εξής:

«... Τό μαρτύριον καί ή έπανάστασις τού Βλαχάβα, προητοίμαζον τόν θρίαμβον άσθενούς τίνος θνητού, έχοντος ως μόνα δίπλα τήν προσευχήν καί τήν πραότητα, ενός εξ έκείνων των λειτουργών του Χρίστου των προωρισμένων νά στηρίζωσι τούς δειλούς έν τω κοσμικώ κλύδωνι, καί των οποίων τό αίμα συγχεόμενον μετά του πολεμιστού έπανήγαγε διά του μαρτυρίου τήν τιμήν του Χριστιανικού ονόματος εις τήν πρώτην αίγλην.

Ό μοναχός Λημήτριος, έκ Σαμαρίνας τής Πίνδου, εμφορούμενος έκ του ευαγγελικού εκείνου ζήλου, όστις έν τοις χρόνοις τού χριστιανικού διωγμού ύπήρξε ό χαρακτήρ τού άποστολικού κηρύγματος, διέτρεχε κατά τάς θυελλώδεις έκείνας ημέρας τάς διηρεθισμένας έπαρχίας ινα κατευνάση τά πνεύματα, καί έπαναγάγη τούς αντάρτας υπό τόν ζυγόν τής ύπακοής. Πλήν καταγγελθείς ώς δημεγέρτης συνελήφθη μετά του Βλαχάβα καί πλήρης άλύσεων έσύρθη πρό του σατράπου των Ίωαννίνων. Παντί τρόπω προσεπάθησαν ίνα τόν έξαναγκάσωσι πρός καταγγελίαν των διακλαδώσεων τής συνωμοσίας, έπί τώ σκοπώ ένοχοποιήσεως καί τών κατεχόντων τούς έκκλησιαστικούς θρόνους τής Θεσσαλίας ορθοδόξων επισκόπων. Αλλ’ ούτος ένισχυόμενος υπό πίστεως διακαούς έμαρτύρησε την άλήθειαν Θεού του Ζώντος, αί δέ άπαντήσεις αυτού έξήγειραν του βεζύρου την λύσσαν, ήτις έξερράγη έν τώ εξής διαλόγω άξίω νά μεταδοθή εις τήν χριστιανοσύνην, ώς έν έκ τών άνηκόντων εις τό μαρτυρολόγιον τής έκκλησίας μνημείων.

Άλής. Έκήρυττες τήν βασιλείαν του Ίησου Χρίστου, καί έπομένως τήν πτώσιν τής έδικής μας θρησκείας καί του σουλτάνου;

Δημήτριος. Ό Θεός μου βασιλεύει έν όλη τή αιωνιότητι καί διά τήν αιωνιότητα... Σέβομαι τούς κυρίους, τούς οποίους μάς έδωκε.

Άλής. Τί φέρεις έπί του στήθους σου;

Δημήτριος. Τήν σεβασμίαν εικόνα τής άγιας του Θεού μητρός.

Άλής. Θέλω νά τήν ιδώ.

Δημήτριος. Είναι άδύνατον νά βεβηλωθή. Διάταξον νά μου λύσωσι τήν μίαν χείρα καί θέλω σοί τήν παρουσιάσει.

Άλής. Ούτω λοιπόν άποπλανάς τά πνεύματα. Είμεθα βέβηλοι. Έκ τών λόγων τούτων καταλαμ-βάνω τό όργανον τών έπισκόπων, οϊτινες προσκαλούσι τούς Ρώσσους διά νά μάς υποδουλώσουν. Όμολόγησον τούς συνενόχους σου.

Δημήτριος. Συνένοχοί μου είναι ή συνείδησις καί τό καθήκον, τά όποια μέ ύποχρεούσι νά πα-ρηγορώ τούς χριστιανούς καί τοις διδάσκω την εις τούς νόμους σας υποταγήν.

Άλής. Ειπέ εις τούς έδικούς σας νόμους, σκύλε χριστιανέ.

Δημήτριος. Αυτό τό όνομα αποτελεί τήν δόξα μου.

Άλής. Φέρεις μίαν εικόνα τής Παναγίας, εις τήν όποίαν άποδίδουσι τερατουργήματα.

Δημήτριος. Ειπέ θαύματα. Ή μήτηρ του Σωτήρος μου είναι ή παρά τώ άθανάτω αυτής Υίω καί Θεώ μεσίτρια τών χριστιανών. Καθ’ έκάστην θαυματουργεί δι’ ήμάς, καί καθ’ έκάστην καί εγώ έπικαλούμαι τήν άντίληψίν της.

Άλής. ’Ας ίδωμεν εάν καί τώρα θέλει σέ υπέρασπισθή. Δήμιοι, βασανίσατέ τον».

Οί δήμιοι αρπάζουν τόν Δημήτριο καί τόν φέρνουν πιό κοντά στά πόδια του Άλή, ό όποιος φτύνει τόν μάρτυρα στό πρόσωπο. Στή συνέχεια του αποσπούν τήν εικόνα τής Παναγίας πού είχε στό στήθος του καί αρχίζουν νά τού βάζουν αγκίδες από καλάμια κάτω από τά νύχια τών χεριών καί τών ποδιών του καί μέ σιδερένια καρφιά τρυπούν τούς βραχίονές του. Ό άγιος αντιμετωπίζει τό μαρτύριο μέ θαυμαστή ήρεμία, εφαρμόζοντας τό παύλειο: «ήμίν έχαρίσθη τό ύπέρ Χριστού, ου μόνον τό εις αυτόν πιστεύειν, άλλά καί τό ύπέρ αύτού πάσχειν» καί προσευχόμενος έλεγε: «Κύριε εύσπλαχνίσθητι τόν δούλο σου. Βασίλισσα των ουρανών προσεύχου υπέρ ημών».

’Ακολουθεί ή δεύτερη φάση των βασανιστηρίων. Τοποθετούν γύρω από τό κεφάλι του αλυσίδα από οστάρια, τήν οποία σφίγγουν τόσο δυνατά μέχρι πού σπάζει, ενώ τό αίμα τρέχει διαρκώς από τό πρόσωπό του. Παρόλη τήν προσωπική του περιπέτεια ό άγιος θλίβεται μόνον γιά τις ύβρεις καί τήν ασέβεια των δημίων εναντίον τού Θεού. Κουρασμένοι οι δήμιοι ανέβαλαν γιά τήν επόμενη ήμέρα τή συνέχεια των βασανιστηρίων καί οδηγούν τόν άγιο στό βάθος σκοτεινής καί υγρής φυλακής.

Μέ τήν ανατολή τής άλλης ήμέρας οι δήμιοι συνεχίζουν τό έργο τους. Δένουν τόν Δημήτριο σέ σταυρό μέ τό κεφάλι κάτω καί τού ανάβουν μεγάλη φωτιά από ρητινόξυλα κάτω από τό κεφάλι του. Καί όταν ή φωτιά άρχισε νά σιγοτρώγει τό δέρμα τής κεφαλής του τόν κατεβάζουν από τό Σταυρό. Τοποθετούν στό στήθος του μιά χονδρή καί βαρειά σανίδα, πάνω από τήν οποία οι τύραννοι χοροπηδούν γιά νά σπάσουν τά κόκαλά του. Ή γαλήνη καί ή άφοβία τού Δημητρίου μπροστά στό θάνατο κάνουν κάποιον Τούρκο από τήν Καστοριά νά δεχθεί τόν Χριστιανισμό καί νά βαπτισθεί.

Ό Τούρκος βασανίζεται καί αυτός οικτρά από τόν Σατράπη των Ίωαννίνων.

Τελική φάση τού μαρτυρίου τού νεομάρτυρος Δημητρίου είναι ό έντοιχισμός. Τού αφήνουν ακάλυπτο μόνο τό κεφάλι. Γιά νά παραταθεί ή ζωή καί ή αγωνία του προσφέρουν επίμονα τροφή καί νερό. Δέκα ημέρες κράτησε αυτή ή τραγική καί έπώδυνη περιπέτεια του Δημητρίου. Στίς 18 Αύ- γούστου 1808 παρέδωσε τήν αγιασμένη του ψυχή στόν Αρχηγό τής ζωής καί του θανάτου, καθώς επαναλάμβανε τις τελευταίες λέξεις του αγίου Βαβύλα, Επισκόπου Αντιόχειας: «Έπίστρεψε ψυχή μου, εις τήν άνάπαυσίν σου, ότι ό Κύριος εύηργέτησέ σε». ’Έτσι «ό πολύαθλος Αημήτριος άμέσως ώς Άγιος έτιμήθη καί ώς θαυματουργός έδοξάσθη καί πλείστα θαύματα έτελέσθησαν διά τής έπικλήσεως του ονόματος αύτού. Ήδη δέ σύν Αγγέλοις χορεύων καί σύν Όσίοις και Μάρτυσιν άγαλλόμενος πρεσβεύει άπαύστως ύπέρ ημών τών τελούντων τήν αγίαν αύτού μνήμην».

Από τήν πρώτη κιόλας στιγμή του μαρτυρίου του ό Δημήτριος αναγνωρίστηκε ώς άγιος στή συνείδηση καί τήν πίστη τής Εκκλησίας. Ό Pouquevill αναφέρει ότι ό όσιομάρτυς Δημήτριος άμέσως δοξάστηκε ώς άγιος καί ότι πολλά θαύματα έγιναν σέ πιστούς μόνον μέ τήν επίκληση τού ονόματος του.

Τό 1955 στή γενέτειρά του Σαμαρίνα χτίστηκε μικρή, αλλά ωραία Εκκλησία, μέ δαπάνη του Ζήση I. Άγορογιάννη. Στή θέση του παλιού αύτού ναού χτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός, ό όποιος εγκαινιάστηκε τό 1996 από τό Μητροπολίτη Γρεβενών Σέργιο. Τεμάχιο τού ιερού του λειψάνου βρίσκεται στήν ιστορική Μονή Ζάβορδας, μέσα σέ αργυρή περίτεχνη λειψανοθήκη, στήν οποία διαβάζουμε: «Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΙΕΡΑ ΚΑΙ ΑΡΓΥΡΑ ΘΗΚΗ ΕΓΕΝΕΤΟ ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΚΑΙ ΔΑΠΑΝΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΟΤΑΤΟΥ ΠΡΩΤΟΣΥΓΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΘΕΟΦΙΑΟΥ ΕΝ ΕΤΕΙ 1850 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 3. ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΛΑΖΑΡΟΥ Δ, ΤΟΥ ΕΚ ΚΩΜΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ. ΔΡΑΜΙΑ 450, ΓΡΟΣΙΑ ΠΑΡΑΔΗΣ».

Ή μνήμη του νεομάρτυρος Δημητρίου τιμάται τήν 18η Αυγούστου.

Ό νεομάρτυς Δημήτριος 

στήν υμνολογία τής Εκκλησίας

«Γόνω Σαμαρίνης Δημητρίω 

ύμνον

Γεράσιμος ύφανεν ό εξ 

Ηπείρου».

Γιά τό νεομάρτυρα Δημήτριο έγραψε υπέροχη ασματική ακολουθία ό αείμνηστος ύμνογράφος τής Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας όσιολογιώτατος μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης από τήν Δρόβιανη τής Β. Ηπείρου. Ή ακολουθία έγκρίθηκε από τήν Ιερά Σύνοδο τής Εκκλησίας τής Ελλάδος στή συνεδρία τής 13ης Ίανουαρίου 1984. Ό κανόνας τής ακολουθίας φέρει τήν ακροστιχίδα: ΗΘΛΗΣΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΕ ΣΤΕΡΡΑ ΚΑΡΔΙΑ. ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ.

Σ’ αυτή τή γεμάτη θεολογικό βάθος, λυρισμό καί εθνική έξαρση ακολουθία ό νεομάρτυς Δημήτριος χαρακτηρίζεται ώς: «οσίων όμόζηλος», «μαρτύρων ομότροπος», «φωστήρ νεόφωτος», «άθλητών ισοστάσιος», «Φοίνιξ άειθαλής καί κατάκαρπος», «Εκκλησίας έδραίωμα τό νεόδμητον».

’Ιδιαιτέρως γεραίρεται ή γενέτειρα του νεομάρτυρος, ή Σαμαρίνα, από τούς κόλπους τής όποίας ξεπήδησε ό νεοφανής αυτός άστήρ. Σέ όλη τήν έκταση τής ασματικής ακολουθίας υπάρχουν φρά-σεις όπως: «Αγάλλεται ένθέως, ή θρέψασά σε Σαμαρίνα», «Σαμαρίνης τό βλάστημα καί σεπτόν εγκαλλώπισμα, τής Ηπείρου καύχημα τό περίδοξον, τής Θεσσαλίας τό στήριγμα καί Γρεβενών έπαλξις άσειστος», «τής Σαμαρίνης τό θείον βλάστημα», «τής Σαμαρίνης τόν γόνον ευσεβών τό κραταίωμα». Σαμαρίνης ό εξαίρετος όρπηξ», «ό Σαμαρίνης γόνος καί τών μαρτύρων κοινωνός», «Ή Σαμαρίνα χορεύει ή σέ βλαστήσασα, τήν μνήμην σου τελούσα, τήν φαιδράν Νεομάρτυς», «Μνήμην τής σής μακαρίας άθλήσεως, ή σή πατρίς Σαμαρίνα Λημήτριε, έορτάζει χαίρουσα καί φαιδρώς κραυγάζει σοι. Μη διαλίπης φρουρείν καί περιέπειν, έκ πάσης βλάβης με θείον μου βλάστημα...».

Μέ θαυμασμό καί δέος στέκεται ό ύμνογράφος στίς δυό μορφές μαρτυρίου τού αγίου: τού μαρτυρίου συνειδήσεως ώς μοναχού καί τού μαρτυρίου αίματος ώς μάρτυρος. Αυτός είναι ό λόγος πού ή Εκκλησία τόν ονόμασε οσιομάρτυρα. Ό Μοναχός Γεράσιμος μέ άψογο ποιητικό τρόπο παραλληλίζει τίς δυό μορφές μαρτυρίου ώς εξής: «Ασκήσει τό πρότερον, καθαγιάσας τόν νούν, άθλήσει τό δεύτερον, καταπαλαίσας έχθρόν, Χριστόν έμεγάλυνας σύ γάρ δι’ άμφοτέρων, ίερώς διαπρέψας». «Καί μέχρις αίματος άγωνισάμενος, ώς όσιος καί άθλητής, διπλώ στεφάνω έκοσμήθης...».

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στό μαρτύριο τού αίματος μέ τό όποιο ό Δημήτριος αναγνωρίστηκε ώς άγιος στή συνείδηση καί τήν πίστη τής Εκκλησίας. Ό ύμνογράφος απαριθμεί τά μαρτύρια τού αγίου καί εκφράζει τόν θαυμασμό του ώς εξής: «Ώ του θαύματος! πώς ήνεγκας καλάμων έν τοίς όνυξι τήν εμπηξιν, τήν σκληράν τής κεφαλής πίεσιν, καί τόν βιαιότατον θάνατον;», «τήν τών βασάνων ορμήν, αγαπήσει τη κρείττονι, ανδρικώς ύπέμεινεν, ό θεόφρων Δημήτριος», «θάνατον ύπέμεινεν, έν τώ τοίχω σκληρότατον».

Ό νεομάρτυς Δημήτριος εμφανίζεται ώς ό ώριμος καρπός τής Άναστάσεως τού Χριστού. Ή δύναμη τής Άναστάσεως τόν βοηθάει νά απομυθοποιήσει τό παράλογο τού πόνου καί τού θανάτου, γεγονός πού κάνει τόν ύμνογράφο Γεράσιμο νά αναφωνεί: «Ανενδότω φρονήματι, καί ψυχής γενναιότητι, τών βασάνων ήνεγκεν τήν σκληρότητα», γι’ αύτό καί «ύπέρ φύσιν ήρίστευσεν».

’Έκπληκτοι καί προβληματισμένοι μένουν οι δήμιοι τού αγίου, βλέποντας τό ήρωικό φρόνημα καί τή δύναμη τής ομολογίας του. Τήν ψυχική τους κατάσταση περιγράφει ώς εξής ό ύμνογράφος: «... ήσχύνθησαν όρώντες ψυχής σου τήν ισχύν, τήν θαυμαστήν Λημήτριε έχθροί οι δυσσεβείζ ώς γάρ άσώματος ύπέστης τάς όδύνας».

Ό νεομάρτυς Δημήτριος, «Σαμαρίνης τό βλάστημα, καί σεπτόν έγκαλλώπισμα, τής Ηπείρου καύχημα τό περίδοξον», εκπλήρωσε τόν προορισμό τής ζωής, πού είναι ή κατά Χριστόν τελειότητα καί μαρτύρησε γιά τήν αγάπη τού Χριστού.

Γι’ αυτό ακούει από τό στόμα του Χριστού τό «Εν δούλε άγαθέ καί πιστέ, εϊσελθε εις τήν χαράν τον Κυρίου σου». Ή στρατευόμενη Εκκλησία, προσδοκώντας εναγώνια τήν αυγή τής μυστικής ήμέρας, τήν ανέσπερη ήμερα τής βασιλείας τού Κυρίου παρακαλεί τό νεομάρτυρα διά στόματος τού ύμνογράφου: «Ώς τής άνω δόξης κοινωνός, υπέρ ήμών τή Τριάδι πρέσβευε, όσιομάρτυς Δημήτριε, των πιστώς τιμώντων σε».