Το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς στα χρόνια της ακμής του…

on .

Με αφορμή την επικείμενη επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στα Γιάννενα, ο Ελευθέριος Γείτονας, εκπαιδευτικός και ιδρυτής των ομώνυμων Εκπαιδευτηρίων στη Βάρη Αττικής, περιγράφει σε άρθρο του με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο το περιβάλλον, τη μαθητική ζωή και τα προγράμματα του ιστορικού Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς στις δεκαετίες της ακμής του όπως τα έζησε ο ίδιος ως σπουδαστής σ’ αυτό επί επτά συναπτά έτη. Μία επταετία «ακτινοβολούσας ωριμότητας», όπως την χαρακτηρίζει. Ακολουθεί το πρώτο μέρος του πολύ ενδιαφέροντος αυτού άρθρου για το σπουδαίο εκπαιδευτικό ίδρυμα του τόπου μας, το οποίο δεν υπάρχει πλέον.

Στις δεκαετίες του 1950 – 1960 – 1970 το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς ήταν για την Ήπειρο και την Ελλάδα η πιο δυναμική λειτουργία εκπαίδευσης.  Ένα κοινωνικό σύνολο μάθαινε καθημερινά για το δικαίωμα στην αλλαγή και τη μόρφωση. Και είναι κρίμα \

που το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς μετά την ανωτατοποίηση των Παιδαγωγικών Ακαδημιών δεν έγινε παιδαγωγικό εργαστήρι παγκόσμιας εμβέλειας. 

Είναι αξιοθαύμαστο που οι καθηγητές στα δύο τελευταία χρόνια της Παιδαγωγικής Ακαδημίας προσπαθούσαν όχι να αυξήσουν τις δικές τους επιρροές πάνω μας, αλλά να μας κάνουν ικανούς να αυξήσουμε το δείκτη των δικών μας επιλογών. Και τούτο διότι εγνώριζαν καλά ότι στην εκπαίδευση όσο πιο πολύ βελτιώνεται ο δείκτης επιλογών, τόσο αυξάνεται και ο δείκτης ποιότητας και τόσο πιο πολύ ανεβαίνει ο δείκτης κοινωνικής και οικονομικής  αποτελεσματικότητας.

Το ακαδημαϊκό περιβάλλον του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς ύφαινε τα οράματα, θέριευε τις ελπίδες, μεγάλωνε την ανταγωνιστικότητα.

Να γιατί κάθε φορά που ανεβαίνω στη Βελλά να προσκυνήσω η κλειστή πόρτα και η απουσία του βόμβου των μελισσών με πληγώνουν.  Και παραφράζοντας το Γιάννη Ρίτσο μονολογώ « Λόγια φτωχά που τα βαφτίζω στην πίκρα και στον πόνο.  Γιατί τίποτε δεν έχω πια να πω, τίποτε δεν έχω να δείξω, να υποδείξω και να υπερασπιστώ».  Και αναρωτιέμαι:  Είναι όμορφο να γκρεμίζεται μέσα στην αδιαφορία ο χρόνος;

Αδέρφια Βελλαΐτες, όπου κι αν βρισκόμαστε και όσο ζούμε να μνημονεύουμε τον μεγάλο οραματιστή και ιδρυτή του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς μακαριστό Σπυρίδωνα Βλάχο. Κι ακόμη να μνημονεύουμε τους μακαριστούς Δημήτριο Ευθυμίου και Σεραφείμ Τίκα που διεκόνησαν με πάθος τα οράματα του Σπυρίδωνα Βλάχου.

Το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς για τις δεκαετίες 50 – 60 – 70 ήταν για την Ήπειρο και την Ελλάδα η πιο δυναμική λειτουργία για την εκπαίδευση, τη μάθηση, τη γνώση, τους δασκάλους, τους μαθητές. Ήταν ένα κοινωνικό  σύνολο που μάθαινε καθημερινά για το δικαίωμα στην αλλαγή και το δικαίωμα στην προσωπική επιλογή.

Ήταν μια κοινωνία στην οποία υφαίνονταν ο ιστός της εθνικής συμφιλίωσης και θεραπεύονταν οι βαθιές πληγές του εθνικού διχασμού. Και το δηλώνω αυτό διότι στην τάξη που αποφοίτησα, στην τάξη του 64, υπήρχαν δύο σπουδαστές που τ’ αδέρφια τους είχαν βρεθεί  με τα υπολείμματα του Δημοκρατικού Στρατού στην Τασκένδη.  Κι ακόμη υπήρχαν παιδιά, όπως ο υποφαινόμενος, από αριστερές οικογένειες.

Στη Βελλά υπήρχε εγκατεστημένος ένας μηχανισμός Παιδαγωγούντος Οργανισμού με ευέλικτα όρια, με αναζήτηση του νέου και με δυναμική διορθωτική και όχι τιμωρητική. Ήταν εγκατεστημένη μια πολιτική πειθαρχίας στα δεδομένα που όριζαν το Σχολείο τόσο από πλευράς γεωπολιτικής, όσο και από πλευράς ειδικών συνθηκών για την εποχή. 

Η εφταετία που ίδιος είχα την αγαθή τύχη να περάσω στη Βελλά, θεωρώ ότι ήταν η εφταετία της ακτινοβολούσας ωριμότητας. Αν το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς είχε βρεθεί σε χέρια Άγγλων, Γάλλων, Γερμανών ή άλλων Ευρωπαίων, θα διατηρείτο ως εκπαιδευτική φιλοσοφία και ως δομή ως κόρη οφθαλμού. Θα βελτιωνόταν και θα μπορούσε να καταστεί παγκόσμιο πρότυπο.

Επίσης θα μπορούσε  με μερικές βελτιώσεις να γίνει παγκόσμιο παιδαγωγικό εργαστήρι. Κάτι που αποπειράθηκε να γίνει με το βιετναμέζο μαθητή στα χρόνια μου, τον Κίμ, που δεν άντεξε περισσότερο από ένα χρόνο. Η όπως είχε γίνει με κάποιον Βορειοηπειρώτη φοιτητή από το Κολλέγιο του Αγίου Ανδρέα της Βοστώνης και τον υπέροχο νέο από την Κένυα, το Σαμμουήλ.

Οι καθηγητές μας με νου και λογισμό, με μεταπτυχιακά στην εσπερία ή και χωρίς μεταπτυχιακά, μας οδηγούσαν στο στοχασμό και την αναζήτηση όλων εκείνων των στοιχείων με τη βοήθεια των οποίων θα μπορούσαμε ν’ αλλάξουμε τη χώρα μας, το χωριό που θα υπηρετούσαμε, τη γειτονιά της πόλης που θα ήταν το Σχολείο μας.

Σε όλο το πλέγμα των κανόνων, των υποχρεώσεων, των δικαιωμάτων και των αναζητήσεων για αναμόρφωση και βελτίωση υπήρχε μια εδραιωμένη εμπιστοσύνη στο αξιακό σύστημα που οι καθηγητές μας προσπαθούσαν να μας μυήσουν. Κι αυτό το αξιακό σύστημα ανάβλυζε από την επικαιρότητα της ελληνικής μεταπολεμικής σκέψης, που είχε χαρακτήρα ανθρωπιστικό και αναπτυξιακή δυναμική.

Στην εκπαιδευτική πολιτική και φιλοσοφία του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς και ιδιαίτερα στα δύο τελευταία χρόνια της Παιδαγωγικής Ακαδημίας είχε γίνει κατανοητό απ’ όλους μας ότι αυτό που μετρούσε  από την πλευρά των καθηγητών μας δεν ήταν πώς θα αυξήσουν τις επιρροές που ήθελαν να μας ασκήσουν, αλλά πώς θα μας κάνουν ικανούς να αυξήσουμε το δείκτη των δικών μας επιλογών.  Στην εκπαίδευση και στη δημοκρατία ισχύει το  ίδιο αξίωμα.  Όσο πιο πολύ αυξάνεται ο δείκτης επιλογών, τόσο αυξάνεται ο δείκτης ποιότητας και τόσο πιο πολύ ανεβαίνει ο δείκτης κοινωνικής και οικονομικής αποτελεσματικότητας. 

Κάθε απόγευμα έμπλεοι σκέψεων και προβληματισμών κατηφορίζαμε σε μικρές συντροφιές προς τις πηγές. Σ’ αυτούς του απογευματινούς περιπάτους με μια φέτα ψωμί και 4 καρύδια στο χέρι ή λίγες σταφίδες τρέφονταν το όνειρο και  υφαίνονταν η ελπίδα για δημιουργία.

Κορυφαία προτεραιότητα των καθηγητών μας ήταν να οικοδομήσουν ευκαιρίες για αναζήτηση του καλύτερου ακολουθώντας πιστά την αξιακή γραμμή όπως αυτή ορίζεται στον Επιτάφιο του Περικλή «αθλα γαρ οις κειται αρετης μέγιστα, τοις δε καί άνδρες αριστοι πολιτεύουσιν». Όπου μέγιστα ορίζονται βραβεία αρετής, εκεί και οι άριστοι πολίται οικούν την πόλη. Περικλέους Επιτάφιος.

Ατελείωτες οι συζητήσεις για τα εκπαιδευτικά συστήματα, για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών συστημάτων, για βελτίωση των όρων διδασκαλίας. Άνθρωποι ευέλικτοι, πρωτοποριακοί, ανοιχτοί, έξω από κάθε δογματισμό, ήταν σε θέση να δουν πίσω από τον τοίχο και να σπάσουν τα τείχη της προκατάληψης και της ευθυνοφοβίας.

Ήταν εκπληκτικό να αισθάνεσαι κάθε μέρα ότι η ελευθερία του λόγου και η δημιουργική σκέψη αναπτύσσονταν χωρίς κανένα περιορισμό. Το σύστημα και η φιλοσοφία του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς δεν μας οδηγούσε στην υπακοή, αλλά στη δημιουργικότητα. Το σύστημα του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, σαν φιλοσοφία και πράξη ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι μπήκε στη λογική της συντήρησης.

Περνώντας οι μήνες και τα χρόνια ήξερα και ήξερε ο καθένας μας τα δυνατά σημεία από τον κάθε καθηγητή μας. Η γνώση αυτή μας έδινε τη δυνατότητα να επιλέξουμε εκείνα που θα ενσωματώναμε στην προσωπικότητά μας και εκείνα που θα απορρίπταμε.  Αυτό ήταν και το κλειδί για να μη βγούμε διχασμένες προσωπικότητες.

Ήξερα καθημερινά πως με το στοχασμό μου, τα όνειρά μου, τη φιλεργία μου και την προσφυγή στην άνωθεν σοφία μπορούσα να ανατρέψω την πορεία του θορυβοποιού, του ανερμάτιστου, του αντιφατικού κόσμου που ζει σε έτοιμα σχήματα και άγεται και φέρεται.

Χρόνο με το χρόνο εκτιμώ και πιστεύω βαθιά ότι κτίζαμε όλοι  μας τους ποιοτικούς μας ρυθμούς κι υφαίναμε τον τάπητα της αρμονικής συνύπαρξης με το θείο και ανθρώπινο και μεταπλάθαμε με στοχασμό και φρόνηση την άγνοια σε γνώση, ο καθένας μας με το δικό του τρόπο.  Αγγίζαμε την πραγματικότητα μέσα από τις ατελείωτες συζητήσεις και βαθιές αναγνώσεις.  Και για να την εμπεδώσουμε την περνούσε ο καθένας μέσα από τους δικούς του στοχαστικούς διαύλους.

Όλα αυτά που αγγίζαμε, που κατακτούσαμε, που μοιραζόμασταν, όλα αυτά από τα οποία λυτρωθήκαμε, ζουν ακόμα και σήμερα μέσα μας και αποτελούν οδηγό ζωής.  Έχουν γίνει μικρά φυλαχτά που ήξερε περίτεχνα να σμιλεύει το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς.

Θυμάμαι τις πρώτες μου ημέρες στο Ιεροδιδασκαλείο… Όπως θυμάμαι και τις πρώτες ημέρες των νέων μαθητών επί έξι χρόνια. Κάθε παιδί, χωρίς να προδώσει τον εαυτό του, μεταμορφωνόταν, ενσωμάτωνε την ύπαρξή του στη γαλήνη, τη βεβαιότητα, την αγνότητα και τον πλούτο της φύσης. Ήταν μοναδικές στιγμές μύησης στο βαθύτερο νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Μια ύπαρξη που προσεγγίζει το θείο μέσα από το λόγο και ταυτίζεται και εξαρτάται από το ίδιο το φυσικό περιβάλλον.  Και στις στιγμές απόλυτης περισυλλογής αναμέλπαμε προσευχήν: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω».

Στις σχέσεις μας υπήρχε πλεόνασμα εμπιστοσύνης και τούτο γιατί η εμπιστοσύνη στηρίζεται μόνο στην εντιμότητα, την τιμή, την ιερότητα των υποχρεώσεων, την συνεπή προστασία και ανυστερόβουλη ανταπόδοση. Και ο καθένας μας με την υποστήριξη και την ηθική προτροπή των καθηγητών του και των συμμαθητών του προσέφερε στο σύνολο το θάρρος του, την αφοσίωση και τη φιλεργία, στοιχεία απαραίτητα για την ύφανση ενός δυνατού ιστού μάθησης.

Αποκωδικοποιούσαμε σιγά - σιγά, βήμα-βήμα την γενναιοδωρία της φύσης και τους τρόπους με τους οποίους μπορούσαμε να πολλαπλασιάσουμε τον πλούτο της.  Είναι αυτό που λείπει από τον σημερινό Έλληνα που έπαψε να πιστεύει στη φύση και στις δυνάμεις του και έχει καταληφθεί από φόβο.

Το ακαδημαϊκό περιβάλλον της Βελλάς ύφαινε τα οράματα, θέριευε τις ελπίδες, μεγέθυνε την ανταγωνιστικότητα. Έχτιζε πάνω στο ναό της γνώσης, της γόνιμης, της τροφοδότρας και πολλαπλασιαστικής γνώσης.

Είμαστε μια ομάδα ανύσταχτη και γρηγορούσα, ένα επιστημονικό στρατηγείο, ένα πνευματικό εργαστήριο παιδαγωγικών και χριστιανικών ζυμώσεων με ζυμωτές τους διδάσκοντες και τους διδασκομένους.  Ένα επιστημονικό στρατηγείο που σχεδίαζε με σοφία και υλοποιούσε με μεθοδικότητα, αφοσίωση και ζήλο όλα τα σχέδια.

Όλοι μας νιώθαμε ότι ήμασταν κομμάτια της μεγάλης αυθόρμητης καρδιάς της φύσης. Γεννημένοι σύντροφοι των πουλιών, των ζώων και των δέντρων.  Κάθε μέρα χτίζαμε τον παράδεισό μας και συνεπαρμένοι εξερευνούσαμε τα εσώψυχά μας χωρίς ανησυχίες και προσχήματα. Η εξασφάλιση του μέλλοντός μας υφαίνονταν με υφάδι τις προσδοκίες.  Οι καθηγητές μας δεν  μας μιλούσαν για το Θεό.  Μιλούσαν στο Θεό για μας.

Καλό κρασί χωρούσε στα βαρέλια του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς στις δεκαετίες του 50-60-70. Ο χρόνος δεν μας ξίνισε, μας βελτίωσε.  Γι’ αυτό:

• Υπηρετήσαμε στόχους που υπερέβαιναν τους εαυτούς μας 

• Εργαστήκαμε ατελείωτες ώρες 

• Αναγνωρίζαμε και αναγνωρίζουμε ακόμη την ικανότητα της φύσης να μας παιδαγωγεί και αξιοποιούσαμε και αξιοποιούμε ακόμη τη γνώση και τη σοφία των άλλων

Και μας βελτίωσε ο χρόνος γιατί: 

• Μας επέλεγαν με αξιοκρατικό και δίκαιο τρόπο. 

• Είχε ποιότητα το Αναλυτικό μας Πρόγραμμα και υλοποιούνταν από εκπαιδευτικούς με εξαιρετική ακαδημαϊκή συγκρότηση. 

• Γνωρίζαμε τις παραμέτρους (σταθερές και μεταβλητές) πάνω στις οποίες στηρίζονταν η αξιολόγησή μας. 

• Αξιοποιούσαμε το κλίμα ευγενούς άμιλλας που ήταν διάχυτο σε όλους τους τομείς δράσης. 

• Ζούσαμε μέσα σε πνεύμα αυτάρκειας και ολιγάρκειας και η καθημερινή μας ζωή είχε ευχαριστηριακό χαρακτήρα.

(Αύριο το β΄μέρος)