Στην Αστυνομία μας και στο Δικαστικό Μέγαρο…

on .

• Όταν  συνταξιοδοτείται ένας  μάλλον, δόκιμος δημοσιογράφος και μάλιστα εκδότης, ο οποίος επί 35 και πλέον χρόνια ήταν υποχρεωμένος, αν ήθελε να λειτουργεί ερευνητικά, παραγωγικά, κριτικά και να δίνει στους αναγνώστες του στη σκέψη τους φτερά, άποψη,  με τη δίκαια κριτική την, κατά το δυνατόν, πιο αμερόληπτη κρίση και με σκοπό το ανέβασμα του αναγνωστικού του κοινού και όχι το κατέβασμα, στο ύψος του ...πεζοδρομίου, για δήθεν περισσότερη κατανόηση και …ευληψία!
Όταν  λοιπόν συνταξιοδοτείται ένας τέτοιος εργάτης του Τύπου και της πληροφόρησης θέλει να πιστεύει ή και διερωτάται  αν  έμαθε στη γενιά του έστω, να ξέρει τι και πώς να διαβάζει ή τι και πώς να ακούει και να βλέπει και πώς να γίνεται σα πολίτης δημιουργικός.  Και, ενώ ο ίδιος αποχωρεί  από το προσκήνιο της δημοσιότητας, είναι φυσικό να στέκεται παράμερα και να παρατηρεί την εξελισσόμενη πόλη, τις αλλαγές που επέρχονται, τα καλλίτερα ή τα χειρότερα πράγματα που γίνονται σ’ αυτή. Να χαίρεται για τα θετικά και να λυπάται για τα αρνητικά. 
Και τότε, η υποφαινόμενη συνταξιούχος, κάθεται μπροστά, τώρα πια, στον υπολογιστή της και κάνοντας χρήση της συναδελφικής φιλοξενίας του «Π.Λ.», γράφει τις σκέψεις και τις εντυπώσεις της.
Είχα λοιπόν, κάποια χρόνια, να ανέβω στο Μέγαρο της Αστυνομίας, όπου άλλοτε, λόγω της δουλειάς μου, ήμουν συχνά επισκέπτρια, συνήθως των διευθυντικών κλιμακίων, για εγκυρότερες πληροφορίες και η γενική εντύπωση ήταν πως η πόλη μας, συγκαταλέγονταν στις πιο ήσυχες και ευνομούμενες πόλεις. Όπως πιστεύω, ότι είναι και σήμερα, παρ’ ότι δεν έχω επ’ αυτού πληροφόρηση. 
Ανέβηκα στην Αστυνομία για κάτι άσχετο και απλό, είδα το Διευθυντή Ασφαλείας, τον κ. Σκούφη, αντάλλαξα με αστυνομικούς κάποιες πληροφορίες και επειδή ήταν μεγάλη η ουρά το κόσμου που ζητούσε εξυπηρέτηση, είχα την ευκαιρία να βλέπω, να ακούω, να  κρίνω, να συγκρίνω, να θυμηθώ… «ημερών αρχαίων» τους «χωροφύλακες» μιας εποχής που τους βλέπαμε  και  μας ανέβαινε πυρετός, σε μικρούς και μεγάλους και αργότερα και αργότερα... Μέχρι που ήρθε το «πλήρωμα του χρόνου», η ευλογημένη μόρφωση λείανε τις αιχμηρές …γωνίες του Έλληνα και του αστυνομικού και η δημοκρατία άνθισε, γιατί μόνο μέσα σ’ αυτή οι πολίτες γίνονται πραγματικοί δημοκράτες κι όχι κατ’ επίφαση, ενώ πράγματι είναι εχθροί της κι αρνητές της.
Έφυγα από το Μέγαρο  με μια χαρά και μια ευφορία, για να συνεχιστεί  η εκτίμησή μου προς αυτό το Σώμα, στο Δικαστικό Μέγαρο, όπου πάλι κάποια προσωπική τυπική  δουλειά  με οδήγησε!  Κι εδώ με περίμενε, άλλη έκπληξη. Είσοδος αεροδρομίου! Τάξη και ασφάλεια μοναδική! Ερευνητική εγκατάσταση, αστυνομικοί ευγενέστατοι σε κάθε εξυπηρέτηση και πληροφορία. Περιβάλλον πολιτισμένο και αγνώριστο. Περίμενα να ακούσω τους κλητήρες του Δικαστηρίου να προσπαθούν να ησυχάσουν τους φωνασκούντες στο διάδρομο για να μπορούν να δικάσουν οι Δικαστές στις αίθουσες όπως γίνονταν παλιά. Τώρα δεν ακουγόταν τσιμουδιά και ο χώρος όλος απέπνεε σεβασμό και πολιτισμό, που σου επιβάλλονταν.
Έφυγα κι από κει διπλά περήφανη για την πόλη μου και τις αλλαγές που είδα, συγχάρηκα τους αστυνομικούς που συνάντησα, τους Δικαστικούς λειτουργούς, από  μέσα μου, που άκουσα να δικάζουν, σε ένα περιβάλλον πολιτισμένο και ήρεμο, έψαξα να βρω έστω και έναν από τους παλιούς γνωστούς δικηγόρους της πόλης μας, για να μοιραστώ μαζί  του τη χαρά μου για τις υπέροχες αλλαγές, αλλά δεν βρήκα κανέναν. Το Δικαστικό μας Μέγαρο, το έχουν ήδη, καταλάβει τα νιάτα και μάλιστα, στην πλειοψηφία τους, γένους θηλυκού! Και σκέφτηκα με κάποια λύπη ότι κάποτε θα είναι κι εκείνοι …συνταξιούχοι!
Γράφοντας τούτες τις γραμμές, θα πρέπει να συγχαρώ απ’ την καρδιά μου τους τοπικούς ηγέτες αυτής της πόλης: Τον Περιφερειάχη μας κ. Καχριμάνη και το Δήμαρχό μας κ. Ελισάφ γιατί, όπως σοφά λέει ο λαός, «Το ψάρι από το κεφάλι βρωμάει, είτε μοσχοβολάει». Κι εγώ γυρίζοντας στα  παλιά μου στέκια, ένιωσα μοσχοβολιές!