Bullying: Λέμε ΟΧΙ στην ενδοσχολική βία!

on .

• Το bullying ή σχολικός εκφοβισμός αποτελεί, δυστυχώς, ένα κοινωνικό φαινόμενο που έχει λάβει τα τελευταία χρόνια ανησυχητικές διαστάσεις.
Ο όρος προέρχεται από το ρήμα «bully» που σημαίνει πληγώνω ή υποχρεώνω κάποιον με τη βία να κάνει κάτι που δεν θέλει και χαρακτηρίζεται από μία συμπεριφορά από μέρους του θύτη που είναι εσκεμμένη και συστηματική.
Στις πιο συχνές μορφές σχολικού εκφοβισμού μπορούν να συγκαταλεχθούν η σωματική βία, ο λεκτικός εκφοβισμός είτε άμεσα (προσβολές, κ.α.) είτε έμμεσα (διάδοση φημών, κ.α.), ο κοινωνικός αποκλεισμός και, φυσικά, ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying).
Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί τους λεγόμενους «νταήδες» του σχολείου να επιδίδονται σε τέτοιες συμπεριφορές; Οι bullies διακατέχονται από χαμηλή αυτοεκτίμηση, νιώθουν αδύναμοι, φοβισμένοι και έχουν ανάγκη για υπεροχή και έλεγχο. Η αυτοπεποίθηση και ο εγωισμός τους ενισχύονται με την προσοχή και τον θαυμασμό των συμμαθητών τους. Ακόμη, πολλοί από αυτούς έχουν συνηθίσει στη βία είτε μέσα από το οικογενειακό περιβάλλον, είτε μέσα από τα βιντεοπαιχνίδια του διαδικτύου, εκτονώνοντας τον καταπιεσμένο θυμό τους στους συνομηλίκους τους. Τα αγόρια συνήθως εκφοβίζουν σωματικά, ενώ τα κορίτσια εμμέσως ή διαδικτυακά.
Τα επίδοξα θύματα, από την άλλη, έχουν συνήθως το ίδιο προφίλ. Οι θύτες βολιδοσκοπούν την περιοχή τους και ξέρουν πολύ καλά πώς, πού, πότε, αλλά και σε ποιον θα εξωτερικεύσουν τα κατώτερα ένστικτά τους. Τα παιδιά που δέχονται τον εκφοβισμό είναι συνήθως ευαίσθητα, παθητικά και υποχωρητικά. Δεν έχουν μάθει να διεκδικούν τα θέλω τους και να υπερασπίζονται τον εαυτό τους. Φυσικά, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, έτσι και εδώ, όλα ξεκινούν από το οικογενειακό περιβάλλον, όπου συνήθως οι γονείς είναι αυταρχικοί και υπονομεύουν το παιδί.
Η κατάσταση αυτή μπορεί να επηρεάσει τη σωματική και ψυχική υγεία του παιδιού, αλλά μπορεί να προκαλέσει και ανεπανόρθωτα τραύματα που μπορεί να το ακολουθούν σε ολόκληρη τη ζωή του. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά που γίνονται θύματα του σχολικού εκφοβισμού, νιώθουν ανασφάλεια, φόβο, άγχος, μοναξιά και μπορεί να έχουν στο μέλλον δυσκολίες κοινωνικής ενσωμάτωσης. Στον αντίποδα, ορισμένες φορές τα ίδια τα θύματα γίνονται θύτες, καθώς όλη αυτή η κατάσταση τους δημιουργεί νευρικότητα και επιθετικότητα.
Βέβαια, τα προαναφερθέντα, είναι ευδιάκριτα-ακόμη και σε πρώιμο στάδιο-και μπορούν να γίνουν αντιληπτά τόσο από πλευράς των γονιών, όσο και των εκπαιδευτικών. Οι ίδιοι οι γονείς θα πρέπει να παρατηρούν τη συμπεριφορά των παιδιών, καθώς και οποιεσδήποτε αλλαγές στη διάθεση, τις διατροφικές συνήθειες, τον ύπνο ή τις σχολικές τους επιδόσεις. Τέλος, το άγχος εμφανίζεται και με διάφορα ψυχοσωματικά συμπτώματα όπως οι πονοκέφαλοι και οι γαστρεντερικές ενοχλήσεις.
Η αποφυγή έκφρασης των μύχιων σκέψεων και συναισθημάτων αποτελούν τον σκόπελο του ζητήματος. Τις περισσότερες φορές τα παιδιά που βιώνουν τον εκφοβισμό, δεν το λένε σε κανέναν είτε επειδή ντρέπονται, καθώς νιώθουν ότι όλοι γελάνε μαζί τους είτε επειδή νιώθουν ότι τα ίδια φταίνε γι’ αυτή την κατάσταση. Κατ’ επέκταση σκέφτονται, ότι θα απογοητεύσουν και θα στεναχωρήσουν τους γονείς τους, καθώς με αυτόν τον τρόπο δεν θα ανταποκρίνονται στον ρόλο του ιδανικού παιδιού που όλοι το θαυμάζουν και το αγαπούν. Τέλος, σίγουρα ο φόβος αποτελεί κακό σύμβουλο, καθώς θεωρούν που εάν μιλήσουν θα προκαλέσουν τον θυμό των θυτών και τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα.
Ως απότοκο, καθοριστικός είναι ο ρόλος των λεγόμενων «παρατηρητών», με την πιο έμμεση αλλά και την άμεση έννοια. Από τη μία πλευρά οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί, όταν παρατηρούν αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού να το προσεγγίζουν με αγάπη και κατανόηση και από κοινού να προσπαθούν να ξετυλίξουν το κουβάρι των προβληματισμών και των ανασφαλειών τους. Στις δύσκολες στιγμές οι γονείς θα πρέπει να αποτελούν το στήριγμα και όχι τον αυστηρό κριτή. Από την άλλη πλευρά, οι άμεσοι παρατηρητές ή αλλιώς μάρτυρες των επεισοδίων δεν πρέπει να στρουθοκαμηλίζουν και να μένουν αμέτοχοι!
Οι μάρτυρες μπορούν να επηρεάσουν άμεσα την έκβαση μίας κατάστασης. Όταν οι συνομήλικοι βρίσκονται μπροστά σε επεισόδια σχολικού εκφοβισμού επιλέγουν είτε να ενθαρρύνουν τον θύτη είτε να υπερασπιστούν το θύμα ή να παραμείνουν άπρακτοι. Η τελευταία περίπτωση αποτελεί και την πιο συνηθισμένη αντίδραση, καθώς οι συμμαθητές τους φοβούνται μήπως μπουν και αυτοί στο στόχαστρο των θυτών ή παρεκκλίνουν από την αγελαία σκέψη και γίνουν δακτυλοδεικτούμενοι. Ως επακόλουθο, προτιμούν να σιωπήσουν και να μη δώσουν περαιτέρω έκταση στο θέμα.
Οι φορείς κοινωνικοποίησης οφείλουν, μέσα από νέες παιδαγωγικές μεθόδους, να καλλιεργήσουν στους νέους δεξιότητες και αξίες. Πρέπει να γίνουν συστηματικές προσπάθειες για την ενδυνάμωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ενίσχυση των αξιών του σεβασμού, της ισότητας και της αλληλεγγύης. Επίσης, οι μαθητές θα πρέπει να αποκτήσουν δεξιότητες ζωής, όπως το να έχουν το θάρρος της γνώμης τους, αλλά και πως πρέπει να αντιδρούν σε ότι δεν τους αρέσει, Η «πλάκα» σταματάει εκεί που θίγεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και να γίνει αυτό θα πρέπει οι σημερινοί νέοι να μάθουν να «μπαίνουν στα παπούτσια του άλλου».
Εάν εσύ που διαβάζεις τώρα αυτό το άρθρο είσαι θύμα σχολικού εκφοβισμού, θα σου πω ένα μυστικό: εσύ τους το επιτρέπεις! Βλέπουν τον φόβο στα μάτια σου και τρέφονται από αυτόν. Γι’ αυτό να σηκώσεις ψηλά το κεφάλι και να επιστρατεύσεις το… χιούμορ σου! Την επόμενη φορά λοιπόν που θα σε πουν: χοντρέ, μαύρε, κοντέ, γυαλάκια, gay, φυτό, να τους απαντήσεις με ένα «ε και;» ή «αυτό είναι αλήθεια» ή «είμαι! εντελώς όμως!». Θα ξαφνιάσεις τον εκφοβιστή σου και θα τον αφοπλίσεις! Εάν πάλι δε βάζουν μυαλό μπορείς να το πεις στους γονείς ή τον καθηγητή σου ή να πάρεις ένα τηλέφωνο στο 1056. Και μην ξεχνάς αυτοί έχουν το πρόβλημα, όχι εσύ!
Το απόφθεγμα της ημέρας
«Ο κόσμος είναι επικίνδυνος, όχι εξαιτίας αυτών που κάνουν το κακό, αλλά εξαιτίας αυτών που τους κοιτάζουν χωρίς να κάνουν τίποτα…»
Albert Einstein
ΜΑΡΙΑ ΚΑΚΑΒΟΠΟΥΛΟΥ