Τα πρώτα χιόνια στο Μέτσοβο…

on .

Πρώιμα ήρθε φέτος ο χιονιάς, όχι όπως τα τελευταία χρόνια, που σχεδόν δεν χιόνιζε καθόλου, εκτός από τις βουνοκορφές που κρατούσαν λίγα χιόνια.
Ασπροβολάνε τα βουνά τριγύρω απ’ το χωριό μας. Το Περιστέρι απ’ τη μία, η Ρόνα το Φατζέτο και παραδίπλα ο Ζυγός από την άλλη, και πιο κει το Μαυροβούνι.
Τα έλατα, τα πεύκα και οι οξιές έχουν την τιμητική τους, με τα χιόνια φορτωμένα μοιάζουν σαν τα ψεύτικα-πλαστικά τα Χριστουγεννιάτικα που τα φορτώνουν με επίσης ψεύτικα στολίδια, όμως σαν βγει ο ήλιος λαμπερός λαμπυρίζουν οι κορφές τους και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα ψεύτικα. Σκεπασμένη όλη η πλάση από το χιόνι, τα ρυάκια κελαρύζουν στο πέρασμά τους σκεπασμένα από τον πάγο. Τα χρώματα υποχωρούν και υποτάσσονται στα άσπρα της αγνότητας, πράσινος ο κορμός τους και τα κάτω κλαδιά τους μουντά.
Πέφτοντας οι πρώτες νιφάδες, σκιρτούν των αθώων μικρών παιδιών οι καρδούλες, όπως βλέπουν να στολίζεται καθετί που ατενίζει τον ουρανό. Τι να πρωτοθαυμάσεις; αραβουργήματα κι ένα σωρό λεπτομέρειες της λευκοσύνης αυτής, που μας σκεπάζει, όλα αλλαγμένα με την ωραιότητα της απλότητας.
Ξυπνώντας καθημερινά, όσο κρατάει το χιόνι, όχι μόνο τα παιδιά αλλά και οι μεγάλοι, ένα μαγικό πρωινό υποβλητικότητας προβάλλει εμπρός μας, άσπρα στρωμένα όλα, μια κάτασπρη αγκαλιά. Κολλημένα τα παιδιά πίσω απ’ τα παράθυρα, θαυμάζουν την παρθένα πτώση του χιονιού κι απολαμβάνουν το λευκό πανηγύρι της σιωπηλής αυτής αγνότητας. Χαιρόμαστε κι εμείς, ας μη το κρύβουμε, σαν μικρά παιδιά βλέποντας να πέφτει αυτό το χιονοβόλημα. Όπου να γυρίσεις το βλέμμα σου, παντού αντικρίζεις θάμνους σε θυσάνους και σταλακτίτες εφήμερους, που τη γύμνια τη χειμωνιάτικη διακοσμούν.
Ονειρεμένο θέαμα ειδυλλιακής ομορφιάς με ανυπέρβλητες γραφικότητες, παντού αντικρίζεις κοσμήματα, στέμματα, διαδήματα και πολυελαίους. Αντίκρυ από το χωριό μας τα ραχοβούνια που μας περιβάλλουν, είναι σκεπασμένα με το λευκό αυτό σεντόνι του χιονιού. Αυτή την ώρα ένα ολόλευκο βλέπω σύννεφο να κατεβαίνει, λες και ζητάει να φιλήσει το χιόνι. Κρυόχαδο γλιστράει τ’ αγέρι στις κορφές αυτές, το περίβλεπτο λημέρι του χωριού μας. Μα σαν αγριέψει ο καιρός με κρύο, τότε θα θυμηθούμε: «Ο βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει». Στις βεράντες των σπιτιών μας, εκεί είναι χτισμένες οι φωλιές των ταξιδιάρικων πουλιών, των χελιδονιών. Στη ζεστή τους φωλιά, το κατοικιό τους κάνουν τα σπουργιτάκια, που τα δέρνει η παγωνιά και ο βοριάς, και δεν έχουν που να σταθούν. Όλα τα παιδάκια βγαίνουν και τους ρίχνουν ψίχουλα, γιατί πού να βρούνε τροφή να φάνε;
Τα Χριστούγεννα είναι συνυφασμένα, μια και βρισκόμαστε μεσ’ το καταχείμωνο, με χιόνια, και μάλιστα με πολλά χιόνια εκείνα τα χρόνια, με σύννεφα, με βοριάδες και παγωνιές (κρύο):
«Κάνει κρύο κάνει τσίφι
για το δόλιο το κοτσύφι…»
Αλήθεια, πώς θα χαιρόμασταν τα Χριστούγεννα με ζέστη; Γιατί άλλη χάρη έχουν με τη θαλπωρή του τζακιού κι έξω να χιονίζει. Ακόμα και στα κάλαντα των παιδιών δεν λείπουν τα χιόνια:
«Χιόνια στο καμπαναριό
που Χριστούγεννα σημαίνουν…
ξύπνησε όλο το χωριό…»
Τί θα το ήθελε το έλκηθρο ο Αη-Βασίλης δίχως χιόνια;
Τις μέρες αυτές το χωριό μας δέχθηκε πολλούς επισκέπτες που θα χαρούνε τα χιόνια, περπατώντας στα σοκάκια και στα χιονοδρομικά και θα γευτούν νόστιμα εδέσματα.
Καλή Χρονιά
(ΜΕΤΣΟΒΟ)