Η Ελλάδα πρόσφερε το πρώτο χαμόγελο της νίκης!

on .

 Ήταν νύχτα σκοτεινιασμένη. Τα έθνη της Ευρώπης, τρομαγμένα, σκυφτά, παράδιναν μονάχα τους τα χέρια τους στις αλυσίδες.

Και φως ελπίδας δεν φαινότανε πουθενά. Μια φούχτα Έλληνες ανέβηκαν ξαφνικά σε απάτητες κορυφές και αντιλάλησε μια φωνή εγερτήρια, που ερχότανε από τα βάθη δυόμιση χιλιάδων χρόνων και έλεγε στους τρομαγμένους αλλά και στους γονατισμένους λαούς: «Ψηλά το κεφάλι. Δεν είσαστε υποζύγια. Ο άνθρωπος έχει πλαστεί ελεύθερος.

Ακολουθήστε μας. Η νίκη είναι δική μας…».
Και εκεί επάνω, ανάμεσα ουρανού και γης, στάθηκαν, δημιουργοί νέων Μαραθώνων, να δώσουν στο δράμα της ανθρωπότητας την αποφασιστική του στροφή προς μία υπέροχη κάθαρση. Σε ένα κομμάτι της οροσειράς της Πίνδου, στα καταρράχια του Καλπακιού και στις κοιλάδες της Δερόπολης, παίχτηκε και κερδήθηκε η ελευθερία της Ευρώπης.
Η Δόξα διάλεξε γι’ αυτό το επεισόδιο της παγκόσμιας τραγωδίας τοπίο αντάξιο: Τα άγρια βουνά της Ηπείρου και της Βορειοδυτικής Ελλάδας. Εδώ έβαλε τη νίκη να δείξει με την αστραφτερή λόγχη του Τσολιά το πρώτο χαμόγελό της. Εδώ αντιλάλησε, μετά από εικοσιπέντε αιώνες, ο αρχαίος παιάνας: «Ίτε παίδες Ελλήνων… Ελευθερούτε πατρίδα!.. Ελευθερούτε λαούς!.. Νυν υπέρ πάντων αγών»!..
Στην πραγματικότητα, τις πρώτες ώρες, οχτώ Ελληνικοί λόχοι αντιπροσώπευαν την ανθρωπότητα, την τραγική αυτή, αλλά και περίλαμπρη στιγμή της Παγκόσμιας Ιστορίας. Οχτώ ελληνικοί λόχοι δέχτηκαν την πρώτη φοβερή κρούση των φαλάγγων της φασιστικής αυτοκρατορίας. Οχτώ λόχοι με οχτώ κανονάκια και πενιχρά εφόδια. Με κουρελιασμένες στολές, σκισμένες αρβύλες, αλλά με την ψυχή γεμάτη Ελλάδα.
Σ’ αυτούς τους οχτώ λόχους έλαχε ο σκληρός και δοξασμένος κλήρος καλύπτοντας μία έκταση από εβδομήντα χιλιόμετρα μήκος και δέκα ως δεκαπέντε βάθος, να αντιμετωπίσουν και να κρατήσουν τη μάζα των εισβολέων, τους όλμους, τα βαρειά και πυκνά πολυβόλα, τα κανόνια, τα αεροπλάνα, μέχρι να φθάσουν βοήθειες, να χτυπήσουν τον εισβολέα στο πλευρό, να τον ρίξουν στα φαράγγια της Πίνδου και να τον λιανίσουν.
Αν δεν γινότανε αυτό, ο εχθρός θα έκοβε τον στρατό της Μακεδονίας από τον στρατό της Ηπείρου, θα έμπαινε βαθειά στα εδάφη μας, θα εμπόδιζε την επιστράτευσή μας και ο πόλεμος θα χάνονταν, το Στάλινγκραντ δεν θα γινόταν ποτέ και κανείς δεν μπορεί να ξέρει ποια θα ήταν σήμερα η τύχη του κόσμου…
Καμιά πέννα και η πιο δυνατή δεν μπορεί να συνθέσει άξιον ύμνο στους άνδρες, που επιτέλεσαν αυτόν τον άθλο. Ένας ανθυπασπιστής, ένας λοχίας, μια διμοιρία, επί ημέρες απομονωμένοι, άγρυπνοι, νηστικοί, χωρίς επαφή με τον άλλο στρατό, χωρίς καμιά εγκαρδίωση, καρφωμένοι στη χιονισμένη κορυφογραμμή της Πίνδου – Κιάφας 2.398 μέτρα ύψος, δέχονται τις εφόδους των Αλπινιστών. Όταν τα άλλα τμήματα μπόρεσαν τέλος να επικοινωνήσουν μαζί τους βρήκαν τον ανθυπασπιστή, το λοχία και τους περισσότερους άνδρες παγωμένους αναίσθητους, στρωμένους στα χιόνια. Και τους κατέβασαν με φορεία…
Με τέτοιες αφάνταστες περιπέτειες, πέταξε η νίκη από την Πίνδο στη Μοράβα και στο Ιβάν, στην Κορυτσά και στα τρομερά υψόμετρα της Κάμιας στη Νεμέρτσικα και στην Τρεμπεσίνα, στο Πόγραδετς, στο Μάλι – Γκαρονίν και στην Κλεισούρα. Έτσι πέταξε στην Αδριατική και στο Αιγαίο. Σηκώνοντας το ηθικό των λαών που αγωνίζονταν για την ελευθερία, στη Νορμανδία, στο Ρήνο. Να τι πρόσφερε η Ελλάδα! Το πρώτο χαμόγελο της νίκης, που διέλυσε τον θρύλο για το αήττητο των φαλαγγών του ολοκληρωτισμού και φώτισε το δρόμο για τον οριστικό θρίαμβο της ελευθερίας και του ποδοπατημένου δικαίου.
Σ’ αυτήν τη νίκη πρόσφερε και ο άμαχος πληθυσμός, όσα πρόσφεραν και οι άλλοι. Πρώτα – πρώτα εκείνες οι γυναίκες που στάθηκαν πολεμικοί παραστάτες του στρατού μας, όπως η Ευτυχία Λαζοπούλου, η οποία το 1940 ήταν 33 χρονών και διηγείται: «Ο άντρας μου είχε πάει οδηγός στο τμήμα του αξιωματικού Αλέκου Διάκου (είναι ο πρώτος αξιωματικός που σκοτώθηκε) και εγώ επήγα στη μεταφορά. Τα πέντε παιδιά μας τα αφήσαμε στο χωριό να κλαίνε!..
Τα πυρομαχικά από το χωριό έπρεπε να τα ανεβάσουμε στο Σταυρό και στο Εικόνισμα του Πασσιαλή πρώτα και έπειτα στις Βρίζες και τα Λευκάδια. Η απόσταση είναι από μισή ίσα με μιάμιση ώρα, αλλά κάναμε διπλάσιο και περισσότερο. Εκτός από την απότομη ανηφοριά και το βαρύ φορτίο, ήταν και οι σφαίρες με τις οβίδες, γιατί γινόταν μάχες. Κάθε τόσο σταματούσαμε για να προφυλαχτούμε. Στην αρχή φοβόμασταν. Ύστερα συνηθίσαμε και τις εκρήξεις από τις οβίδες και τα σφυρίγματα από τις σφαίρες… Γελούσαμε και πειραζόμασταν η μία με την άλλη, που μας έτυχε να πολεμούμε. Κάθε μέρα κάναμε πέντε, έξι και περισσότερα δρομολόγια…».
Η Ρούσα Δημητρίου θυμόταν: «Εκείνες τις μέρες τα κανόνια άλλαζαν συχνά θέση. Από το Κουπάτσι τα πήγαν στο Γαβρά και έπειτα πιο βαθειά. Προχωρούσαν και αυτά καθώς προχωρούσε και ο άλλος στρατός, που πολεμούσε μπροστά. Επειδή, όμως, τα ζώα βούλιαζαν, στις λάσπες, οι φαντάροι διέλυσαν τα κανόνια και τα μετέφεραν κομμάτια – κομμάτια. Οι φαντάροι, όμως, ήταν λίγοι και δεν έφταναν για να τα μεταφέρουν γρήγορα…
Γι’ αυτό βοηθούσαμε και εμείς οι γυναίκες. Άλλες τραβούσαν ρόδες, άλλες άλλα σιδερικά, που δεν ξέραμε πώς τα λένε. Ό,τι μας έδιναν οι φαντάροι με τον αξιωματικό τους. Ακόμα θυμάμαι το όνομά του. Τον έλεγαν Αριστείδη Μπλούτσο. Μόλις στήνονταν τα κανόνια στη θέση τους, εμείς πηγαίναμε να μεταφέρουμε οβίδες από το χωριό…
Η Ασημίνα Παπαβασιλείου, το 1940 ήταν 30 χρόνων με τρία παιδιά. Διηγείται: «Κάποια φορά που πήγαμε πυρομαχικά στη θέση Βρίζες, βρήκαμε έναν βαριά τραυματισμένο. Οι άλλοι στρατιώτες πολεμούσαν και δεν μπορούσαν να τον μεταφέρουν παραπίσω. Είπαν να τον πάρουμε εμείς. Τον φορτωθήκαμε εμείς πρόθυμα και τον κατεβάσαμε προσεκτικά στη Ζούζουλη, ενώ γύρω μας έπεφταν σφαίρες. Από εκεί τον πήραν άλλοι και τον πήγαν στο Εφταχώρι, όπου είχε γίνει νοσοκομείο. Εμείς συνεχίσαμε να ανεβάζουμε πυρομαχικά και να κατεβάζουμε τραυματισμένους, όταν υπήρχαν».
Παρόμοιες είναι οι διηγήσεις και των άλλων γυναικών της Πίνδου που αναδείχτηκαν πολεμικοί παραστάτες του στρατού μας.
Αλλά, με τον τρόπο τους πολεμικοί παραστάτες ήταν και οι γυναίκες «των μετόπισθεν». Είναι εκείνες οι οποίες με τη βελόνα και το πλέξιμο εφοδίαζαν το στρατό μας με μάλλινες κάλτσες και πουλόβερ. Έτσι, όλοι αυτοί πρόσφεραν στην Ευρώπη το πρώτο χαμόγελο της νίκης!..