Μια άλλη συνάντηση με την Ιστορία στη Σκάλα της Τζαβέλαινας… ➤ Γράφει ο ΚΩΝ/ΝΟΣ ΧΡ. ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ

on .

Όταν διορίστηκα στον ΟΤΕ, 1960, τοποθετήθηκα στα Γιάννενα ως Προϊστάμενος του Τεχνικού Τμήματος Ηπείρου - Κερκύρας.

Στα καθήκοντά μου να γνωρίσω την περιοχή ευθύνης μου, είχα την υποχρέωση να κινηθώ και να περιοδεύσω σε πολλές περιοχές υπηρεσιακά, και μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω τόπους και ανθρώπους, τις τοπικές συνθήκες και την ιστορία τους που για πρώτη φορά γνώριζα. Είδα πολλά, άκουσα πολλά, και έμαθα πολλά για την τοπική ιστορία τους και για παλαιά και πρόσφατα γεγονότα.
Σε μια περιοδεία μου στο «Φανάρι», στην περιοχή Καναλακίου Πρέβεζας, στην κοιλάδα του Αχέροντα, κάτω από τα βουνά του Σουλίου, η αφήγηση και η πληροφόρηση ήταν πλούσια, ενδιαφέρουσα και πλουτισμένη με σημαντικά μυθολογικά και ιστορικά γεγονότα.
Σε μια στάση στο χωριό Γλυκή, σε ένα καφενείο κοντά στη γέφυρα πάνω από τον Αχέροντα, που κυλούσε με θόρυβο και γραφικότητα, εκεί στο καφενείο, στη υπηρεσιακή συνοδεία προστέθηκε γρήγορα και κάποιος ντόπιος παράγοντας. Συνηθισμένο φαινόμενο, όταν εμφανίζεται κάποιος «προϊστάμενος», δινόταν η ευκαιρία να πει κάποιο παράπονο, κάποιο πρόβλημα, πάντοτε πρόθυμος και ιστορικός αφηγητής, να μας ενημερώσει για την τοπική ιστορία της περιοχής για γεγονότα και συμβάντα, για την παράδοση, για μύθους και θρύλους.
Μια πληθωρική ενημέρωση, για τον κάμπο του Φαναριού και την εκεί καλλιέργεια του ελληνικού ρυζιού, για το Νεκρομαντείο και τη πύλη του Άδη, για το ποτάμι, τις πλημμύρες, που ήταν και πλωτός σχεδόν μέχρι το Γλυκή, για τη Σπλάτζα, τις εκβολές του στο Ιόνιο, για τη κατοχή που ερχόταν μέχρις εκεί τα υποβρύχια της Αγγλικής αποστολής με εφόδια, οπλισμό και αποσταλμένους σύνδεσμους για τις αντιστασιακές οργανώσεις. Αλλά και από την παράδοση, για το ποτάμι που είχε τις πηγές πιο πάνω στο φαράγγι, τον δράκο που ζούσε στη σπηλιά κάτω από τη Σκάλα της Τζαβέλαινας μολύνοντας το νερό μαύρο και πικρό, καταστρέφοντας τον τόπο «πρόβατα και αίγας, ίππους τε και ανθρώπους εξήρπαζε», και τον Άγιο Δονάτο που σκότωσε το δράκο και έκανε το νερό γλυκό!
Γρήγορα γύρισε η κουβέντα και στα Σουλιωτοχώρια και στους Σουλιώτες και μας έδειξε τα υπερκείμενα βουνά, με αναφορές στο Εφταχώρι, στα πηγάδια, στο Κούγκι, στους πόλεμους, για να τονίσει ιδιαίτερα το μονοπάτι από το οποίο ανεβοκατέβαιναν οι Σουλιώτες στον κάμπο, στο Φανάρι, για εφόδια, εξοπλισμούς και επικοινωνία με τον έξω κόσμο. «Να εκεί στο στένωμα, στο γκρεμό, είναι το στενό μονοπάτι, η «Σκάλα της Τζαβέλαινας», ένα δύσκολο πέρασμα που αξίζει να το δείτε και που λένε ότι τα έφτιαξε μια Τζαβέλαινα».
Η πληροφορία λειτούργησε σαν ένα ερέθισμα, να πάμε πιο κοντά στο Σούλι, σε ένα κομβικό σημείο στο δρομολόγιο, που κράτησε τους Σουλιώτες στους πολύχρονους αγώνες με τον Αλή πασά, αλλά και ο δρόμος φυγής και εγκατάλειψης των χωριών τους στην τραγική τους έξοδο. Δεν χρειάστηκαν περισσότερα να μας πει ο καλός μας συνομιλητής, μας έδειξε το μονοπάτι που ήταν βατό μέχρι τη Σκάλα και σε λίγα λεπτά φθάσαμε εκεί.
Περπατήσαμε με προσοχή τη Σκάλα της Τζαβέλαινας, νιώθοντας ίλιγγο κοιτάζοντας το βάραθρο, στο βάθος του οποίου, φαινόταν το ποτάμι με τα βαθυγάλανα νερά του και ακούγοντας τη ροή του, σαν μια ουράνια μελωδία που διαχέονταν στο φαράγγι, ένας δοξαστικός ύμνος του Σουλιώτικου μεγαλείου, ένας παιάνας του αγώνα για τη λευτεριά, μαζί και ένα θρηνητικό μοιρολόγι της τραγωδίας της εξόδου και του εκπατρισμού.
Καθίσαμε στην ανάντι πλευρά της σκάλας αγναντεύοντας τους βράχους από το κάστρο και το Κούγκι, και το συζητούσα με τους συνοδούς μου, με ότι ο καθένας θυμόταν από την Ιστορία του σχολείου. Κάποιος θυμήθηκε τους στίχους του Βαλαωρίτη για τον καλόγερο Σαμουήλ κλεισμένον στο Κούγκι:
«Καλόγερε τι καρτερείς
κλεισμένος μεσ' το Κούγκι
πέντε νομάτοι σούμειναν
κι' εκείνοι λαβωμένοι…»
Αναμνήσεις από σχολικές γιορτές, και απαγγελία εκεί, που ακουγόταν σαν μυσταγωγία στον ιστορικό τόπο. Εκεί, δίπλα στη Σκάλα της Τζαβέλαινας ήταν σαν μια ιστορική μετουσίωση σαν μια άυλη επικοινωνία με τον καλόγερο την στιγμή που ετοιμαζόταν για την μεγάλη θυσία.
Και τότε εκεί, σε μια στιγμή ταυτίσεώς μας με το ιστορικό περιβάλλον, βλέπουμε σε μικρή απόσταση της συνέχειας του μονοπατιού, να ξεπροβάλλει μια σκιά, ένας άνθρωπος, με τοπική ενδυμασία, ποτούρι, περικνήμια σφιχτοδεμένα, πουκάμισο άσπρο μεγαλομάνικο, ζωνάρι μαύρο, γιλέκο παραδοσιακό, ηλικιωμένος με άσπρα μαλλιά, μουστάκι τσιγκελωτό, με το τσιγάρο στα χείλη και την κλίτσα παίζοντας ανάερα.
Μείναμε όλοι άναυδοι, αμίλητοι και εκστατικοί, καθώς εκείνος μας πλησίαζε. Θα έλεγα ότι αισθανόμασταν πως ο άνθρωπος με την παραδοσιακή ποιμενική φορεσιά βγήκε μέσα από την Σουλιώτικη Ιστορία. Ένας Σουλιώτης από πολύ παλιά, βάδιζε αργά και σταθερά στο μονοπάτι προς τη Σκάλα της Τζαβέλαινας.
Μας πλησίασε, μας χαιρέτησε και ανοίξαμε ένα σύντομο διάλογο, χάνοντας τον ειρμό του λόγου έτσι αιφνιδιασμένοι που είμασταν…
-Γειά σου πατριώτη από πού έρχεσαι;
-Από δω πάνω, έχω κάτι αρνοκάτσικα που βόσκω.
-Πώς σε λένε;
-Πάτση με λένε.
Ο γέρο Πάτσης μας έφερνε σε μια άλλη εποχή
-Από πού είσαι;
-Από δω πάνω είμαι από το Τσεκουράτι.
-Και για πού τόβαλες να πας;
-Να, θα πάω στο γεφύρι, να πιω μια λεμονάδα και να μιλήσω με κανέναν εκεί που θα βρω.
-Ξέρεις να μας πεις κάτι για το Σούλι;
-Πολλά μολογιούνται αλλά πρέπει να καθίσω πολλές ώρες να σας τα πω.
Ετοιμάστηκε να φύγει για το καφενείο και εμείς, αμίλητοι και άφωνοι για το απρόβλεπτο συναπάντημα με την ιστορία, τον βλέπαμε σαν μια ιστορική φιγούρα, με κορνίζα το άγριο φυσικό περιβάλλον και ακούγοντας την μελωδία του Αχέροντα να ανεβαίνει με το αεράκι από το φαράγγι.
Τότε σκέφτηκα να μη χάσω την εικόνα και του φωνάζω: «Μπαρμπα Πάτση, στάσου λίγο, να σου βγάλω μια φωτογραφία».
-Γυρίζει και, «Να σταθώ αλλά στάκα λίγο να σιαστώ»!
Με προσοχή άρχισε να τακτοποιεί το γιλέκο, τα μανίκια, το μουστάκι, και όταν ετοιμάστηκε στάθηκε αγέρωχος με το χέρι στο ζωνάρι να τον φωτογραφήσω. Μας χαιρέτησε και πήρε το μονοπάτι για τη Σκάλα της Τζαβέλαινας, πριν χαθεί στη στροφή τράβηξα και μία ακόμη στάση.

***
Με την επικαιροποίηση των επετειακών δρώμενων, ανασύρθηκε στο λογισμό μου αυτή η ανάμνηση μετά από 60 περίπου χρόνια, για να ψάξω στο αρχείο μου να βρω τις φωτογραφίες από τη συνάντηση με τον γερο Πάτση στη Σκάλα της Τζαβέλαινας, μια άλλη συνάντηση με την Ιστορία, στα ριζοβούνια του Σουλίου, στη σκάλα της Τζαβέλαινας, στο φαράγγι του Αχέροντα, μια βαθιά αποτύπωση, που επιβεβαιώνει την γνωστή άποψη «μια φωτογραφία χίλιες λέξεις».
Δεν μπορώ να μετρήσω αν έγραψα χίλιες λέξεις. Όμως διατηρώντας αυτές τις φωτογραφίες του μπάρμπα Πάτση στη σκάλα της Τζαβέλαινας αισθάνομαι ότι εκεί είχα μια άλλη συνάντηση με την ιστορία.