Οι «Βάκχες» του Ευριπίδη...

on .

 Με τις πρωτόφαντες και ανυπέρβλητες σε καταστροφή θεομηνίες που έπληξαν εφέτος Ευρώπη και Ασία (Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιαπωνία, Κίνα) στο νου μου ήρθε μια αρχαία τραγωδία, συγκεκριμένα οι «Βάκχες» του Ευριπίδη, αλλά και μια πρώιμη για τα φυσικά φαινόμενα ερμηνεία που αχνοφαίνεται από ερμηνευτές, ιδίως από τον μακαρίτη τον Παπανούτσο.
Οι «Βάκχες» ήταν το τελευταίο έργο που έγραψε ο Ευριπίδης, όταν ζούσε αυτοεξόριστος στη Μακεδονία, στην αυλή του βασιλιά Αρχέλαου. Έργο μεγαλόπνοο, με σαφείς χαρακτήρες –γι’ αυτό και οι πολλές ερμηνείες- με γερή πλοκή και σκηνές ραγδαίες στη μεταβολή, αποτελείται από 1392 στίχους, με εναλλαγές προσώπων, εξάρσεις και εκπλήξεις, εμείς εδώ όμως θα ασχοληθούμε, με λίγα λόγια, με τη βασική υπόθεση του έργου που έχει ως εξής:
Ο Διόνυσος, γυιός του Δία και της Σεμέλης, γεννήθηκε μέσα σε φλόγες και βροντές, όταν η Σεμέλη, κόρη του Κάδμου, ιδρυτή των Θηβών, ζήτησε να ιδεί το Δία σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Εκείνη εκάη, και το μωρό Διόνυσο ο Δίας το έραψε, με άλλα λόγια το σπαργάνωσε στο μηρό του.
Ο Κάδμος εκτός από τη Σεμέλη είχε και άλλες δυο κόρες την Ινώ και την Αγαύη, θείες του Διόνυσου, ενώ η Αγαύη είχε γυιο τον Πενθέα, βασιλιά των Θηβών. Ο Διόνυσος εκλήθη και «διθύραμβος, γιατί βγήκε από δυο θύρες, της μητέρας του και του μηρού. Προσφωνείται Βάκχος κα Λύσιος που προκαλεί φρενιτιώδη παράκρουση και θεραπεία με ομοιοπαθητικό τρόπο.
Παραμάνες του μωρού Διόνυσου έγιναν οι Νύμφες, που εικονίζουν τις πηγές του νερού και ζωογονούν τη βλάστηση. Σύμβολο του θεού η άμπελος, το πιο διαλεχτό απ΄ όλα τα φυτά, που ο χυμός του χαρίζει στον άνθρωπο τον παυσίλυπον οίνον. Οι εκρήξεις του όμως και η αδάμαστη οργή του για εκδίκηση αποτελούν την άλλη φύση του, και η άλλη φύση του, είναι η φύση των φυσικών δυνάμεων, που είναι παράλογες και εκτός ηθικής. Τι ηθική να ζητήσεις από τον κεραυνό που σκοτώνει ή από το ηλεκτρικό ρεύμα που σε νεκρώνει;
Στις «Βάκχες» ο Διόνυσος ξαναγυρίζει στην πατρίδα του Θήβα, όπου η λατρεία του όχι μόνο παραμελήθηκε από τον βασιλιά Πενθέα, εκπρόσωπο της καθεστηκυίας τάξης, αλλά δεν γίνεται καν ανεκτή, ως αλλότριο στον τόπο πνεύμα. Γι’ αυτό ο βασιλιάς φυλακίζει τον ξανθομάλλη θεό, που τελικά εμφανίζεται μεγαλοδύναμος, γκρεμίζει με σεισμό το παλάτι, ελευθερώνεται και με απίθανα τεχνάσματα εκδικείται τον Πενθέα, που στο όνομά του φέρνει γραμμένο το πένθος του, με τον πιο άγριο τρόπο, να τον σπαράζει, στην ένθεη τρέλα, η μάνα του, που υπήρξε Βάκχη.
Οι ερμηνείες στο έργο αυτό ποικίλλουν. Άλλοι διαπιστώνουν μια διαμαρτυρία εναντίον του υπέρμετρου θρησκευτικού φανατισμού, που φτάνει ίσαμε την τύφλωση. Άλλοι διαπιστώνουν ένα άγριο και αρχαϊκό στοιχείο της θρησκείας έναντι του μύθου. Άλυτο αίνιγμα το έργο, διαπιστώνει μια κριτικός.
Άλλοι διαβλέπουν μια ένθεη τρέλα και τους ανθρώπους δαιμονισμένους ή με την ελληνική ορολογία «θεοπαρμένους». Και είναι κι άλλοι που βλέπουν μια διαμαρτυρία του ποιητή στο ίδιο του το έργο, δηλαδή στην κοσμοθεωρία του και δεν βλέπουν τον Διόνυσο ως δίκαιη και σοφή θεότητα (Σολομός).
Aντίθετα, ο Γεωργουσόπουλος διαβλέπει ότι ο Ευριπίδης παραδίνεται σε μια παραδοχή. Δεν επιστρέφει στην ορθοδοξία, αλλά η τελική έρευνά του στον κόσμο και την ανθρώπινη φύση, τον οδήγησε στην υπέρβαση των αντινομιών της, ώστε τελικά να αποδέχεται το παράλογο στον κόσμο. Ο άνθρωπος παρ’ όλη τη σοφία του δεν θα επιβιώσει, αν αγνοεί τις μυστηριώδεις δυνάμεις της φύσης.
«Ο Διόνυσος εμφανίζεται ως ένα παράφορο και σκοτεινό «δαιμονικό», άλλοτε καλόγνωμο και ειρηνικό και άλλοτε φοβερό και αβυσσαλέο που δεσπόζει στην άψυχη φύση, αλλά και μέσα στον άνθρωπο, όπως οι εμφορούμενες από το θεό Βάκχες. Όποιος επιχειρεί απερίσκεπτα να προσβάλλει αυτή την πανίσχυρη θεότητα, που κρατεί μακριά από των βέβηλων τα μάτια τα μυστικά της, τιμωρείται χωρίς έλεος» (Παπανούτσος).
Και όμως εξακολουθούμε να συμπεριφερόμαστε σαν αυθέντες του κόσμου τούτου και πασχίζουμε να δαμάσουμε με την άφρονα παρέμβασή μας τη φύση και τα αποτελέσματα των άλογων ενέργειών μας τα διαβάζομε στον τύπο και τα βλέπομε καθημερινά στην τηλεόραση, όπως έγινε στη Μάνδρα και πριν δυο χρόνια στο Μάτι. Τώρα τα βλέπουμε και στην Ευρώπη.
Δυστυχώς τέτοια και παραπλήσια θα συμβαίνουν, όπως το προείδε ο μεγάλος κλασσικός Θουκυδίδης, όσο η φύση του ανθρώπου παραμένει η ίδια, «έως αν η αυτή φύσις του ανθρώπου ή»
***
Για πολλά κατηγορήθηκε ο Ευριπίδης ουδέποτε όμως για αθεΐα και ασέβεια, όπως άλλος τραγικός ομότεχνός του, ο θρησκευτικότατος Αισχύλος. Χαρακτηρίζεται ως ειρηνιστής, υπερασπιστής των αδικημένων και επικριτής του αθηναϊκού ιμπεριαλισμού. Στο βυζαντινό δράμα ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΣΧΩΝ, ο δημιουργός του έβαλε την Παναγιά να θρηνεί με στίχους της Εκάβης του Ευριπίδη.