Οι λαοί με τους αγώνες τους δημιουργούν την Ιστορία!

on .

Με αφορμή τη συμπλήρωση 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 και τις επετειακές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται γι’ αυτήν, άρχισε να κάνει την εμφάνισή της μια σειρά εκδόσεων που αποσκοπούν να παρουσιάσουν τους αγώνες και τις θυσίες των ηρώων, επώνυμων και ανώνυμων που μας έδωσαν τη δυνατότητα να είμαστε σήμερα ελεύθεροι, παράλληλα όμως να μας προβληματίσουν για την πορεία που ακολουθήσαμε από την ένδοξη εκείνη εποχή μέχρι σήμερα.
Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται το βιβλίο του γνωστού φιλόλογου, συγγραφέα, ενεργού πολίτη και συστηματικού μελετητή της ιστορίας της ιδιαίτερης πατρίδας του, της ιστορικής Σαντοβίτσας -των σημερινών Μαρμάρων Ιωαννίνων- του Χάρη Λεοντάρη, με τίτλο «Όταν έκλαψε ο Λούκας», και με υπότιτλο «μνήμες της οθωμανικής τυραννίας».
Η ιδιαιτερότητα αυτού του βιβλίου και κατ’ ακολουθίαν η σημασία του -όπως άλλωστε και αυτών που προηγήθηκαν- βρίσκεται στο γεγονός ότι αφορμή για τη συγγραφή του αποτέλεσαν γεγονότα που συνέβησαν στην ιδιαίτερη πατρίδα του, κατά τη διάρκεια της «οθωμανικής τυραννίας» και σχετίζονται με απλούς ανθρώπους του λαού που είναι άλλωστε οι πρωταγωνιστές και οι πραγματικοί δημιουργοί της ιστορίας.
Όποιος έχει διαβάσει τα βιβλία του Χάρη Λεοντάρη έχει διαπιστώσει πως ο συγγραφέας, στενά δεμένος με τις ρίζες του τόπου του, εναγώνια προσπαθεί και έπειτα από ενδελεχή έρευνα κατορθώνει να ξεσκαλίσει, να σκάψει και να φέρει σε φως πρόσωπα και γεγονότα που, σε κάποιες στιγμές, με την πληρότητά τους έχουν εξαρθεί σε επίπεδο ξεχωριστό και, μαζί με τον συναισθηματικό πλούτο που προσφέρουν στο μελετητή, διατηρούν αξεθύμαστη την έντασή τους και τη γονιμοποιητική τους ικανότητα. Είναι οι ωραίες στιγμές τις οποίες είναι χρήσιμο να θηρεύει κανείς στη ζωή του και να τις μετατρέπει σε πηγές χαράς και δημιουργίας.
Τέτοιες ωραίες στιγμές προσφέρει συχνά η ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας στους ανθρώπους εκείνους που έχουν κατανοήσει πως ο άνθρωπος που ξεκόβεται από τις ρίζες του μοιάζει με το ξεριζωμένο δέντρο που μαραίνεται σιγά - σιγά και καταλήγει τελικά να γίνεται ένα «κούτσουρο» χρήσιμο μόνο για παρανάλωμα του πυρός.
Ξεκινώντας από τη διαπίστωση πως συχνά στην ιστορική ζωή ενός λαού άνθρωποι απλοί και ανώνυμοι είναι σε θέση, με τη δράση τους, με τους αγώνες και με τις θυσίες τους, να δημιουργούν συνθήκες για τη γέννηση αξιόλογων ιστορικών γεγονότων και ακούγοντας διηγήσεις των παλιότερων συγχωριανών του για την περίοδο της τουρκοκρατίας, ένιωσε ο συγγραφέας την ανάγκη να ερευνήσει και να μελετήσει την ιστορία ενός απλού, φτωχού και ανώνυμου ανθρώπου από τη Σαντοβίτσα, του Λούκα Τόλη, για τη δράση του οποίου στα χρόνια της τουρκοκρατίας οι διηγήσεις διατηρούνταν από γενιά σε γενιά και προκαλούσαν σε όλους το θαυμασμό.
«Όπως σε κάθε τόπο και σε κάθε μικρή κοινωνία, έτσι και στη Σαντοβίτσα στα χρόνια της τουρκοκρατίας έζησαν άνθρωποι απλοί και αγράμματοι, οι οποίοι με τις πράξεις τους φανέρωσαν γνήσιο πατριωτισμό και πραγματική ψυχή ελληνική, με φρόνημα ακέραιο, αληθινό και ελεύθερο». Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν και ο ήρωας του βιβλίου, ο Λούκας. «Ήταν και αυτός πλασμένος από τα ίδια βιολογικά και ηθικά υλικά που χαρακτηρίζουν τους πρωταγωνιστές του 21, Ήταν ένας απλός σκλάβος των Τούρκων, όπως όλοι οι ραγιάδες, αλλά ποτέ δεν είχε συμβιβαστεί με την υποταγή στους Τούρκους Προτίμησε να τον ρίξουν στα μπουντρούμια και τις φυλακές παρά να προσκυνήσει τους τυράννους και να κλείσει τα μάτια του μπροστά σε πράξεις που βεβήλωναν αξίες και αρχές της ελληνικής φυλής. Κάποια στιγμή αποτόλμησε να σκοτώσει Τούρκο αξιωματούχο, κατάφερε να δραπετεύσει, να γίνει κλέφτης στα βουνά και να γυρίσει στα παιδιά του και στο χωριό του την ημέρα της απελευθέρωσης, το 1913».
Απλοί και αγράμματοι, όπως ο Λούκας, ήταν ο Κολοκοτρώνης και ο Μακρυγιάννης. Δεν έζησαν και αυτοί, λόγω των περιστάσεων, τη ζωή του Σχολείου για να μάθουν γράμματα. Σπούδασαν όμως, μέσα στη σκλαβιά, στο Σχολείο της ζωής που τους πότισε με την αγάπη για την πατρίδα, τη λευτεριά και τη δικαιοσύνη, και με τους αγώνες τους μας βοηθάνε να συλλάβουμε το νόημα της Επανάστασης του 21, κατά την οποία οι Έλληνες αποφασίζουν να καταθέσουν τη ζωή τους ως ενέχυρο της ελευθερίας, κινούμενοι από ένα πνεύμα βαθύτατα ανθρωπιστικό.
Αυτό το πνεύμα είναι η ζωντανή παρουσία του Γένους, μοναδική και ανεπανάληπτη σύνθεση όλων των στοιχείων της ελληνικής παράδοσης. Με το ίδιο πνεύμα τα παιδιά της Ελλάδας, το 1912-1913, στα βουνά της Μακεδονίας και της Ηπείρου, έβαζαν τα θεμέλια και άνοιγαν παραπέρα τις προοπτικές για μια καινούργια πατρίδα, όπως την είχαν οραματιστεί οι αθάνατοι πρόδρομοι του 1821, φωτίζοντας και διδάσκοντας, κατά το Μακρυγιάννη, πως «αυτείνη η πατρίδα δεν λευτερώθη με παραμύθια, λευτερώθη με αίματα και με θυσίες, και έτσι υπάρχει η πατρίδα».
Σ‘ αυτούς τους αγωνιστές ανήκει και «ο απλός, ο φτωχός και ανώνυμος άνθρωπος της Σαντοβίτσας, ο Λούκας Τόλης», στον οποίο ο Χάρης Λεοντάρης αφιερώνει το τελευταίο βιβλίο του. Από τις σελίδες του αναδύεται το μήνυμα, πως οι λαοί, με τους αγώνες και με τις θυσίες τους, είναι οι δημιουργοί της Ιστορίας. Και εμείς διαβάζοντας την ιστορία τους, έχουμε χρέος να βλέπουμε την ιστορική πραγματικότητα και να χρησιμοποιούμε τα μηνύματά της, ως ερέθισμα και ως εργαλείο μεταβολής της κοινωνίας προς την κοινή ευημερία και την πρόοδο και όχι ως μέσο διαιώνισης μιας νοσηρής πραγματικότητας.
Αυτό το μήνυμα, πιστεύω, μας στέλνει, με τη δράση του και με το ακέραιο εθνικό του φρόνημα, μέσα από το βιβλίο του Χάρη Λεοντάρη -«Όταν δάκρυσε ο Λούκας (μνήμες της οθωμανικής τυραννίας)- ο απλός και ανώνυμος ήρωας της Σαντοβίτσας ο Λούκας Τόλης.