Εκεχειρία: Μία διαχρονική «προξενήτρα» της ειρήνης!

on .

Η, προσωρινή έστω, κατάπαυση του πυρός ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ και τον στρατιωτικό βραχίονα της Χαμάς, της ισλαμιστικής παράταξης που κυβερνά τη Λωρίδα της Γάζας, η οποία τέθηκε επίσημα σε εφαρμογή από τις πρώτες πρωινές ώρες χθες, γέμισε με ελπίδες για ειρηνική επίλυση των διαφορών όχι μόνο τους λαούς των δύο πλευρών, αλλά και όλους τους ειρηνόφιλους του πλανήτη. Μας δίνει δε την αφορμή να ανατρέξουμε στην Ιστορία προκειμένου να δούμε τον όρο της «Ιεράς εκεχειρίας», η οποία ξεκίνησε από την αρχαία Ελλάδα (όπως και τόσες άλλες διαχρονικές αξίες) και ήταν άμεσα συνδεδεμένος με την τέλεση των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. 

Ο όρος «εκεχειρία», λοιπόν, έλκει την ετυμολογική του καταγωγή από τη λέξη εκεχειρία, δηλ. «έχειν χείρας», «κρατώ τα χέρια μου, σταματώ να χτυπώ, διακόπτω τις εχθροπραξίες». Από τους ξένους όρους, αφού ο όρος έχει «πολιτογραφηθεί» στο λεξιλόγιο όλων σχεδόν των χωρών, ο γερμανικός είναι ο πιο εκφραστικός: Gottesfriede: (Ειρήνη του Θεού), που αποδίδει και το πλήρες αρχαιοελληνικό «ιερά εκεχειρία» προκειμένου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. 
Σύμφωνα με τις γραπτές μαρτυρίες, μοιάζει πολύ πιθανό η καθιέρωση της εκεχειρίας ανάμεσα στους εμπόλεμους Έλληνες (οι συγκρούσεις ανάμεσα στις Ελληνικές πόλεις κατά τον 8ο π.Χ. αι. ήταν συνεχείς και αιματηρές) να συσχετίζεται άμεσα με την αρχική ίδρυση των Ολυμπιακών Αγώνων. Ως ιδρυτές των Αγώνων και εισηγητές της Ιεράς εκεχειρίας, φέρονται, σύμφωνα με τον Πλούταρχο («Βίος Λυκούργου») ο ημίθεος Ηρακλής, ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Λυκούργος και εναλλάξ ανάλογα με την πηγή, ο γενάρχης Πέλοψ, ο επώνυμος άρχων της Πίσας Πείσος και ο Ηλείος Ιφιτος. «Οι μεν γαρ Ιφίτω συνακμάσαι και συνδιαθείναι την ολυμπιακήν εκεχειρίαν λέγουσιν αυτόν, ων εστι και Αριστοτέλης ο φιλόσοφος, τεκμήριον προσφέρων του Ολυμπίασι δίσκον, ω τουνομα του Λυκούργου διασώζεται καταγεγραμμένον». (Για τον Λυκούργο λένε ότι έζησε την ίδια εποχή με τον Ηλείο βασιλιά Ίφιτο και ότι, μαζί με αυτόν καθιέρωσε την ολυμπιακή εκεχειρία. Ένας από αυτούς που το δέχονται αυτό είναι και ο Αριστοτέλης ο φιλόσοφος, ο οποίος φέρει ως απόδειξη και τον δίσκο (του Ιφίτου) στην Ολυμπία, όπου σώζεται καταγραμμένο το όνομα του Λυκούργου). 
Τον ορειχάλκινο αυτό δίσκο, που μαρτυρεί κυρίως την καθιέρωση της «εκεχειρίας», περιγράφει ο Παυσανίας στα «Ηλειακά» του (V. 20.1), όπου μαθαίνουμε ότι πάνω στο δίσκο του Ιφίτου είναι χαραγμένο το κείμενο της εκεχειρίας, την οποία προκηρύσσουν οι Ηλείοι για χάρη των Ολυμπιακών Αγώνων. Είναι πολύ πιθανό να ζητήθηκε η συνδρομή ενός έμπειρου ιερατείου, του μαντείου των Δελφών π.χ., στη διατύπωση του κειμένου της προκήρυξης, προκειμένου να αποκτήσει τον καθολικό σεβασμό των πανελλήνων, εντός και εκτός της κυρίως Ελλάδος.
Κατά την διάρκειά της, από την 7η ημέρα πριν από την έναρξη των Αγώνων, έως την 7η ημέρα μετά την λήξη τους, έπαυαν όλες οι εχθροπραξίες, επιτρέποντας σε αθλητές, καλλιτέχνες και θεατές να μεταβούν στην Ολυμπία, να συμμετάσχουν στους Αγώνες και να επιστρέψουν στις εστίες τους με ασφάλεια. Την έναρξη της εκεχειρίας ανήγγελλαν σε όλες τις ελληνικές πόλεις οι στεφανωμένοι με κλαδιά ελιάς  «σπονδοφόροι κήρυκες». Η εκεχειρία, ως πολιτικό μέτρο, ευνοούσε την ειρηνική ανάπτυξη του ανταγωνισμού των Πόλεων, ενεργώντας συνάμα και αντιπολεμικά, με την ανανοηματοδότηση του ανταγωνισμού, μέσω της αναφοράς στους αθλητικούς αγώνες. Η εκεχειρία, λοιπόν, δεν υπήρξε απλώς το μέσον για να καταστεί δυνατή η τέλεση των Αγώνων, αλλά αυτός ο ίδιος ο σκοπός χάριν του οποίου καθιερώθηκαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες.
Είναι με αυτό ακριβώς το όραμα που, με πρωτοβουλία της Ελληνικής Κυβέρνησης και επί τη βάσει μιας εμπνευσμένης πρότασης του τότε Υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Παπανδρέου, τον Ιούλιο του 2000, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή προχώρησε, σε στενή συνεργασία με την Ελλάδα, στην ίδρυση του Διεθνούς Κέντρου Ολυμπιακής Εκεχειρίας, ενός διεθνούς Μη-Κυβερνητικού Οργανισμού στο πλαίσιο του Ολυμπιακού Κινήματος, με συμβολική έδρα την Αρχαία Ολυμπία, καταστατική την Λωζάννη και γραφεία διοίκησης στην Αθήνα. Σκοπός του Κέντρου είναι να δημιουργήσει το κατάλληλο οργανωτικό πλαίσιο για την εξάπλωση του πολιτισμού της ειρήνης μέσα από τον αθλητισμό και τα Ολυμπιακά Ιδεώδη, παρέχοντάς μας μία ανεπανάληπτη ευκαιρία να επανακαθορίσουμε μερικές από τις βασικές αξίες που ενέπνευσαν την καθιέρωσή τους και κατέστησαν δυνατή την αδιάλειπτη, επί 12 αιώνες, τέλεσή τους κατά την αρχαιότητα.
Οι πόλεμοι δεν μπορούν να σταματήσουν από τη μια ημέρα στην άλλη. Όσο θα υφίστανται τα αίτια που τους προκαλούν, η κατάπαυσή τους θα αποτελεί ουτοπική επιδίωξη. Ο Μαχάτμα Γκάντι έλεγε πως «όσο σε ένα σημείο του Πλανήτη θα υπάρχει έστω και ένα εργοστάσιο παραγωγής όπλων, η θέση της ειρήνης στον κόσμο δε μπορεί παρά να είναι επισφαλής». Η εκεχειρία ως «προξενήτρα» της ειρήνης, μπορεί να μας δώσει το χρόνο να σκεφτούμε πως το ρωμαϊκό «si vis pacem, para bellum» (αν θέλεις ειρήνη, ετοιμάσου για πόλεμο) δεν είναι παρά ένα εφεύρημα των κατά καιρούς πολεμοκάπηλων. Η οδυνηρή, τραγική εμπειρία των πολέμων διαχρονικά, οφείλει, εφόσον εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι παραμένουμε ακόμη έλλογα και εχέφρονα όντα, να μας προσανατολίζει σταθερά στο «si vis pacem, para pacem» (αν θέλεις ειρήνη, ετοίμασέ την). Και τα κύρια βάθρα της ειρήνης είναι η δικαιοσύνη (μητέρα κάθε αρετής, κατά τον Αριστοτέλη) και ο διάλογος ως μέσο επίλυσης κάθε διαφοράς.