Γυμναστικές επιδείξεις και σωματεία ποδοσφαίρου στα παλιά Γιάννενα...

on .

Η μνήμη είναι σαν ένα κέρινο εκμαγείο. Όσο πιο μαλακό είναι το κερί, τόσο πιο θολά μένουν τ’ αποτυπώματα. Με τον καιρό συσσωρεύονται το ένα πάνω στο άλλο και γίνονται όλο και πιο αχνά.

Χρειάζεται καιρός για να τα βρεις, μπορεί και να μην είναι δυνατόν να τα ξεχωρίσεις και ν’ ανακατώνεται η μία ανάμνηση με την άλλη (Πλάτων).
Το παρελθόν δεν αλλάζει, και το μέλλον δεν χρειάζεται να τιμωρηθεί γι’ αυτό. Έτσι λοιπόν να ζει κανείς το παρόν, να ονειρεύεται το μέλλον και να μαθαίνει απ’ το παρελθόν.

Τελειώνοντας η σχολική χρονιά, θυμήθηκα τα μαθητικά μου χρόνια. Έτσι, σήμερα θα αναφερθώ στις γυμναστικές επιδείξεις, ένα γεγονός που σήμαινε συναγερμό στα παιδικά συναισθήματα της εποχής εκείνης, με τη λήξη των μαθημάτων.
Θυμάμαι, που όλο αγωνία, είπα στη μάνα μου να μου αγοράσει λευκό σορτσάκι και λευκό φανελάκι, μετά από παραγγελία των γυμναστών του Σχολείου, αείμνηστων σήμερα, Α. Σιδέρη και Α. Δρούγια. Ήταν τόση μεγάλη η χαρά μας, γιατί συνειδητοποιούσαμε ότι ταυτόχρονα με τις γυμναστικές επιδείξεις έφταναν και οι πολυπόθητες καλοκαιρινές διακοπές.
Οι γυμναστικές επιδείξεις γίνονταν στο Εθνικό Στάδιο της πόλης, κι έπαιρναν μέρος όλα τα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, δηλαδή το Γυμνάσιο Αρρένων, το Γυμνάσιο Θηλέων, η Ζωσιμαία Σχολή και η Εμπορική (μικτό Οικονομικό Γυμνάσιο). Καθένα από τα γυμνάσια αυτά προετοιμάζονταν από πριν, από τους γυμναστές που έδιναν τον καλύτερο εαυτό τους προκειμένου να έχουν διακρίσεις και να πετύχουν καλύτερα αποτελέσματα στα διάφορα αθλήματα.
Επίσης, κάναμε και πρόβες στις ασκήσεις ακριβείας και ομαδικού συντονισμού, και με τα άλλα σχολεία, τα αγόρια με τους Κοράκη, Δρούγα, Σιδέρη Χατζηγιάννη, Ζιώγα, Γκορτζή, Σιόντη και τα κορίτσια με την Αράπη και την Σερβετά που στα παραγγέλματα έλεγε: «Σηκώνουμε το ποδάρι» και έχει μείνει ανεξίτηλο στις μαθήτριες. Την συγκεκριμένη Κυριακή συγκεντρώνονταν στις λιγοστές κερκίδες του σταδίου και γύρω από το στίβο, οι γονείς των μαθητών, αλλά και οι μαθητές των μικρότερων τάξεων, που δεν έπαιρναν μέρος. Τελευταίοι μπαίνανε στο στάδιο οι αρχές της πόλης, Δήμαρχος, Δεσπότης, Στρατηγός, Επιθεωρητές, Πολιτικοί, Οικονομικοί παράγοντες, όλοι στις πρώτες θέσεις.
Η είσοδος των μαθητών στο στίβο γινόταν παρελαύνοντας υπό τους ήχους της φιλαρμονικής του Δήμου, και έπαιρναν τη θέση τους σε συγκεκριμένο σημείο που ήταν κατάλληλα διαρρυθμισμένο με γραμμές από ασβέστη. Πριν ξεκινήσουν οι επιδείξεις, τραγουδούσαμε όλοι μαζί τον Ολυμπιακό Ύμνο, υπό την διεύθυνση των καθηγητών μουσικών Τάκη Λούτση και Μέντζιου, συνοδεία των βιολιών τους: «Αρχαίο πνεύμα αθάνατο, αγνέ πατέρα, του ωραίου του μεγάλου και τ’ αληθινού».
Θυμάμαι ότι στις πρόβες, πολλοί μαθητές κάνανε παραφωνίες επίτηδες, κι εκνευριζόταν ο συμπαθής κατά τα άλλα καθηγητής μου Τάκης Λούτσης και πάλι απ’ την αρχή.
Πρώτα ξεκινούσε το Γυμνάσιο Θηλέων με τις ασκήσεις επίδειξης, και εν συνεχεία τα άλλα Γυμνάσια. Μετά από τις γυμναστικές ασκήσεις γινόταν οι αγώνες στίβου, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις, σκυταλοδρομία. Κάθε Γυμνάσιο χαίρονταν για τους αθλητές του που έβγαιναν πρώτοι και κάθε φορά που ο εκφωνητής ανέφερε το όνομα του μαθητή που κέρδιζε και το Γυμνάσιο που ανήκε, ακολουθούσαν επευφημίες και χειροκροτήματα.
Στο Στάδιο αυτό γινόντουσαν και οι ποδοσφαιρικοί αγώνες. Οι ομάδες ήταν ο ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ, ο ΑΒΕΡΩΦ, ο ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ και είχαν προηγηθεί ο ΗΡΑΚΛΗΣ και ο ΠΥΡΡΟΣ.
Θυμάμαι, ότι, όταν πήγα για πρώτη φορά να παρακολουθήσω ποδοσφαιρικό αγώνα της αγαπημένης μου ομάδας Ατρόμητου κόντρα στον Αβέρωφ, πριν τον αγώνα βάζανε τραγούδια και θα μου μείνει αξέχαστη η «Συννεφιασμένη Κυριακή» και τώρα κάθε φορά που ακούω αυτό το τραγούδι με γυρίζει στα χρόνια εκείνα. Επίσης, θυμάμαι πήγα με τον φίλο μου που φορούσε το πηλίκιο του Γυμνασίου. Όταν πέτυχε γκολ ο Ατρόμητος κάποιος θερμόαιμος οπαδός του πήρε το καπέλο και το ανέμισε στον αέρα και ο καημένος ο φίλος μου το έψαχνε ανάμεσα στους φιλάθλους και έχασε το παΙχνίδι. Σε λίγο το βρήκε, πλην όμως ο Ατρόμητος έχασε έναν υποστηρικτή του γιατί στεναχωρήθηκε.
Στην πλατεία, μπροστά από την ΟΑΣΗ, δίπλα στη βρύση, στήνονταν μια αφίσα με μεγάλα γράμματα του αγώνα της Κυριακής π.χ. Ατρόμητος - Αβέρωφ ή Ατρόμητος - Ολυμπιακός κ.λπ. Επειδή δεν είχαμε χρήματα, πολλές φορές πλησιάζαμε στην πόρτα και παρακαλούσαμε κάποιον από τους ενήλικες να μας πάρει μαζί του κι έτσι «τρυπώναμε» στο στάδιο και βλέπαμε από κοντά τις ομάδες που αγωνίζονταν. Επίσης περιμέναμε το 2ο ημίχρονο που άνοιγαν οι πόρτες και δεν έκοβαν εισιτήριο.
*Ο Ατρόμητος. «Σαν κατεβεί, σαν κατεβεί στο γήπεδο η πράσινη, η πράσινη φανέλα, όλους τους πιάνει πυρετός και τον (Τζιαμάκο)… Αβέρωφ τρέλα…» ήταν η ομάδα όπου πέρασαν μεγάλα ονόματα, όπως ο Τσανακτσής-μετέπειτα παίκτης του Απόλλωνα Αθηνών και του Ολυμπιακού Πειραιώς και της Εθνικής Ελλάδος. Επίσης ο Παπλιάκος, Παπακοσμάς, Μανέγας, Καραμανωλάκης, Ζαφειρίου Λαγός, Καραγιάννης, Αφοί Σιαπάτη, Τσουρλίδας, Τσίλης, Γραμμενιάτης, οι οποίοι ήταν από τους πρώτους που έπαιζαν στον ΠΑΣ ΓΙΑΝΝΙΝΑ που προήλθε από τη συγχώνευση το 1966.
*Ο Αβέρωφ ιδρύθηκε το 1933. Στο σύλλογο δόθηκε το όνομα του μεγάλου ευεργέτη Γ Αβέρωφ που χρηματοδότησε το Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο, εκεί που διοργανώθηκαν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες.. Παίχτες του ήταν οι: Κρικώνης, Μιχ. και Γιώργος Σιόντης, Βασίλης και Παύλος Τζιαμάκος, Παπαδημητρίου, Κλήμης, Κόκκας, Αναστασίου, Μαχαίρας, Μάντζιος, Κώτσιος, Τσιούρης Λέκκας… Ο ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ συγχωνεύτηκε με τον Ατρόμητο.
Όπως ήταν φυσικό, υπήρχε μια αντιπαλότητα μεταξύ των Γιαννιωτών φιλάθλων γιατί οι ομάδες αυτές ήταν ισάξιες κι έτσι μετά από κάθε αγώνα άρχιζαν οι «καζούρες» και οι «πλάκες» χωρίς να φτάνουν στα άκρα.
Μεγάλη αντιπαλότητα υπήρχε με την ομάδα της Άρτας που τους Αρτινούς τους κοροιδευανε ως «Νεραντζόκωλους». Μετά την συγχώνευση όλα αυτά εξέλιπαν Όλοι αγαπάμε τον ΠΑΣ ΓΙΑΝΝΙΝΑ τον θρυλικό ΑΓΙΑΞ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ. Βέβαια δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι στην καθιέρωση της ομάδας στην Α’ κατηγορία συνέβαλλαν αποφασιστικά και οι «συνέλληνες» Αργεντινοί Παστερνάκης Γκλασμάνης, Κοντογιωργάκης, Μοντέζ, Λίσα, Αλβαρέζ. Εύφημο μνεία θα κάνω στον αείμνηστο Λάκη Στεργίου που μετά από κάθε αγώνα συνεπικορούμενος από τον Νίκο Τσόλη κριτικάρανε αναδεικνύοντας τα τρωτά και τα καλά της ομάδας.
Να θυμηθούνε οι παλιοί φίλαθλοι τον «Κόγκορα», οπαδό του Αβέρωφ το 1957. Το σκορ ήταν 2-0 υπέρ του Ατρομήτου, την εστία υπερασπιζόταν ο Στάθης Τσανακτσης. Ο καημένος ο Κόνγκορας κάπνιζε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο και ασκούσε δριμύα κριτική. «Αν τόρινε γουνίου θα’ μπαινε γκόλ». Για να θυμούνται οι παλιότεροι και να μαθαίνουν οι νέοι...
(Μέτσοβο)