Η κάθοδος στον Άδη…

on .

Με σιωπή, δέος και έκσταση η Εκκλησία βιώνει το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής «το υπερευλογημένον Σάββατον, ενώ Χριστός αφυπνώσας αναστήσεται τριήμερος».
Πρόκειται για το φωτεινό και δοξασμένο τέρμα της Μεγάλης Εβδομάδος, το μεταίχμιο μεταξύ του πένθους της σταυρώσεως και της χαράς της Αναστάσεως. Όπως παρατηρεί ο ιερός υμνογράφος «υπνοί η ζωή και άδης τρέμει και Αδάμ των δεσμών απολύεται».

Ο Κύριος, αφού έζησε και απέθανε επι της γης, μετά τον θάνατό του «κατήλθε μέχρις Άδου ταμείων». Η κάθοδος του Χριστού στον Άδη είναι η δυναμική φανέρωση της ζωής μέσα στην απόγνωση του θανάτου. Είναι η νίκη πάνω στο θάνατο. «Δια θανάτου το θνητόν, δια ταφής το φθαρτόν μεταβάλλεις· αφθαρτίζεις γαρ θεοπρεπέστατα, απαθανατίζων το πρόσλημμα…».
Ο θάνατος, μη έχων την προέλευσή του από το Θεό, δεν ήταν δυνατόν να έχει αιώνια διάρκεια. Το ίδιο και ο Άδης, ως το ζοφερό φυλακτήριο των ψυχών. Τον θάνατο και τον Άδη κατέλυσε ο Ζωοδότης Κύριος «τη αστραπή της θεότητος». Δικαιολογημένα, ο ποιητής του κανόνα αναφωνεί: «Βασιλεύει, αλλ ουκ αιωνίζει Άδης του γένους των βροτών· συ γαρ τεθείς εν τάφω κραταιέ, ζωαρχική παλάμη, τα του θανάτου κλείθρα διεσπάραξας· και εκήρυξας τοις απ’ αιώνος εκεί καθεύδουσι λύτρωσιν αψευδή…».
Στον Άδη ο Χριστός συναντιέται με τη δύναμη του θανάτου. Πρόκειται για μια συνάντηση από την οποία προέκυψε η υπέρβαση της θνητότητας και της φθοράς και κατακτήθηκε το πλήρωμα της αληθινής ζωής. Ο Χριστός, επειδή είναι η αυτοζωή, με την κάθοδό Του στον Άδη προσέλαβε τον θάνατο του ανθρώπου αποθανατίζων το πρόσλημμα, σε μια μοναδική στο είδος της παραφορά αγάπης.
Το αναστάσιμο προανάκρουσμα του Μεγάλου Σαββάτου εκφράζεται κατά τον καλύτερο τρόπο στο τέταρτο τροπάριο της Θ’ ωδής του κανόνα. Με αυτό καλείται η έμψυχη και άψυχη κτίση να γεμίσει χαρά και αγαλλίαση «ο γαρ εχθρός εσκύλευται Άδης». Η εκ νεκρών Ανάσταση χαρίσθηκε σε όλους ανεξαίρετα τους ανθρώπους και επεκτείνεται σε ολόκληρη τη φύση. Άνθρωποι, γη και ουρανοί μετέχουν στην εόρτια πασχάλια φωτοχυσία.
Κείμενο
Δεύτε ίδωμεν την ζωήν ημών εν τάφω κειμένην, ίνα τους εν τάφω κειμένους ζωοποιήση. Δεύτε σήμερον, τον εξ Ιούδα υπνούντα θεώμενοι, προφητικώς αυτώ εκβοήσωμεν· αναπεσών κεκοίμησαι ως λέων· τις εγερεί Σε, Βασιλεύ; Αλλ’ ανάστηθι αυτεξουσίως, ο δους σεαυτόν υπερ ημών εκουσίως· Κύριε, δόξα σοι.
Μετάφραση
Ελάτε να δούμε τη ζωή μας (τον Χριστό), που είναι ξαπλωμένη στον τάφο, για να χορηγήσει ζωή σ’ αυτούς που βρίσκονται στους τάφους. Ελάτε σήμερα, Αυτόν που κατάγεται από τη φυλή του Ιούδα να τον δείτε κοιμώμενο, και προφητικά να του πούμε· έχοντας ανακλίνει το σώμα Σου προς τα πίσω έχεις κοιμηθεί σαν λιοντάρι· ποιος θα τολμήσει να σε ξυπνήσει, Βασιλιά; Αλλά αναστήσου με την ίδια Σου δύναμη, Συ που έδωσες τον εαυτό Σου εκούσια για μας· Κύριε, ας είσαι δοξασμένος.