Ελλάδα-Τουρκία, δύο διαφορετικοί «κόσμοι»!

on .

 Τούρκο είδες γρόσια θέλει κι άλλον είδες κι άλλα θέλει. Συγχωρείστε μου την πρόταξη της παλαιάς αυτής γενικευτικής όντως λαϊκής ρήσης, αλλά, τηρουμένων των αναλογιών και με μια διασταλτική ερμηνευτική διάθεση, έχομε την γνώμη ότι ισχύει και σήμερα. Η αναφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι αδύνατο να μην έχει την ιστορική της παράμετρο. Από το Ματζικέρτ, έστω με τους Σελτζούκους, έως σήμερα με τους κατά πλειοψηφίαν

Οθωμανούς, οι σχέσεις αυτές πέρασαν από σαράντα κύματα, που φυσικά δεν είναι της ώρας να αναφερθούν. Έχομε την γνώμη ότι κυριολεκτώντας δεν υπήρξαν σχέσεις, αφού τη σχέση δημιουργεί μόνον η αγάπη, η αγαθή προαίρεση ή έστω το καλώς νοούμενο αμοιβαίο συμφέρον. Φυσικά δεν μιλούμε σε επίπεδο προσώπων, αλλά κυβερνητικών πολιτικών.
Τα παραπάνω ας μην εκληφθούν στη βάση της νεοταξικής αντίληψης της Εσπερίας και ιδίως των ΗΠΑ, περί ιστορικής αντιπαλότητας και σύγκρουσης δύο εθνικισμών, τουρκικού και ελληνικού, που οδήγησε και οδηγεί στην τακτική των ίσων (;) αποστάσεων. Αυτό θα γινόταν εν τινι μέτρω ανεκτό, εάν επρόκειτο τουλάχιστον περί δύο αστικών έστω δημοκρατιών. Εδώ πρόκειται περί συγκρούσεως μ’ ένα αυταρχικό κράτος, με αστυνομοκρατία στο εσωτερικό και επιθετικότητα στο εξωτερικό, έστω κι αν θέλει να προβάλλει, ως κράτος πάντοτε, διπλωματικά ομολογουμένως πολλάκις, το λίαν εψιμυθιωμένο «δημοκρατικό» του πρόσωπο εν όψει της ένταξής του στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Αυτό το τουρκικό μοντέλο δημοκρατίας διακρίνεται για τον ομογενοποιητικό κεμαλικό εθνικισμό, την τουρκοποίηση όλων των μειονοτήτων, που δεν είναι ευκαταφρόνητες σε αριθμό και σε μέγεθος, και την επιθετικότητα όχι μόνο για εδαφική κατάκτηση, αλλά και εξαγωγή μιας στρατοκρατικής αντίληψης περί κοινωνίας.»
Εκφράζει μια πολιτική που αντλεί, ανεξάρτητα από κυβερνήσεις, από τη δόξα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και αντανακλά – για την άρχουσα στρατογραφειοκρατική τάξη – μια πραγματιστική μορφή παντουρκισμού σε συνδυασμό με την εθνικιστική αλυτρωτική ιδεολογία του Ατατούρκ, έστω κι αν προτάθηκε κάποτε ο τελευταίος για το βραβείο Νόμπελ ειρήνης!
Παραδείγματα εντελώς ενδεικτικά: Η Κύπρος ως «Kibris Türktür» ή ως 73η επαρχία της Τουρκίας και η συνακόλουθη αποτελμάτωση των διακοινοτικών λεγόμενων συνομιλιών, οι διεκδικήσεις στο Αιγαίο, οι βανδαλισμοί στην Πόλη, Ίμβρο και Τένεδο…
Εν όψει της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση γεννώνται σοβαρότατα προβλήματα τόσο για την ίδια, που, δια στόματος Ντεμιρέλ, κινδυνεύει να διαμελισθεί σε περίπτωση μετατροπής της σε αστική δημοκρατία δυτικού τύπου, όσο και για την Ελλάδα και την Κύπρο. Αυτά πρέπει να μελετηθούν από πολλές πλευρές και όχι μόνον την οικονομική, που ενδιαφέρει βασικά τους εταίρους της Ευρωπαϊκή Ένωση και τους μεγαλοεπιχειρηματίες εκατέρωθεν, αλλά δεν καλύπτει τα ευρύτερα συμφέροντα της Ελλάδας.
Εδώ, ας εκληφθούν τα λεγόμενα χάριν αυτών τουλάχιστον που με περισσή αισιοδοξία εναποθέτουν την πάσαν ελπίδα για εξομάλυνση των διαφορών με την γείτονα στην ένταξή της στην Ευρωπαϊκής Ένωσης Audietur, λοιπόν, et altera pars.
Εν πάσει περιπτώσει, έχομε την γνώμη ότι δικαιολογούμαστε ως λαός να έχουμε μια «αριστοκρατική», πολιτισμικά και όχι φυλετικά, για να μην παρεξηγηθούμε, «υπεροψία» και μια «συγκαταβατική ειρωνεία» για τις ενδεχόμενες δυσημερίες, συζητώντας ζητήματα που ενοχλούν, απορρίπτοντας φυσικά την καταστροφολογία. Η τελευταία δεν ταιριάζει σε λαό που εξακολουθεί, παρά τα ελαττώματα και τις αδυναμίες του να είναι, κατά τον Θουκυδίδη, «ἡ μετ’ εὐβουλίας πλήθους ἀριστοκρατία».