Η ιδέα της Ελευθερίας και ο Φιλελληνισμός…

on .

Με ιδιαίτερη και δικαιολογημένη υπερηφάνεια και συγκίνηση γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ήδη από τον 18ο αιώνα ορισμένες ελληνικές περιοχές οργανώνουν προσπάθειες αποτίναξης του τουρκικού ζυγού, ενώ στο εξωτερικό αρχίζει να συγκροτείται ένας κόσμος που αναζητά την ελευθερία. Στο εξωτερικό γίνονταν επαναστατικές ζυμώσεις στους κύκλους της φιλικής Εταιρείας, οι οποίες κορυφώθηκαν μετά την ανάληψη της ηγεσίας του Αγώνα από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, υπασπιστή του τσάρου Αλεξάνδρου Α’.
Όταν μελετήσει κανείς τις ιδέες που πυροδότησαν την εθνική μας Επανάσταση διαπιστώνει ότι ο ελληνισμός διαπνεόταν κατά κύριο λόγο από την ιδέα της ελευθερίας. Η εθνεγερσία ανταποκρινόταν σε έναν διακαή πόθο εθνικής απελευθέρωσης. Αυτή ήταν η κεντρική ιδέα της Επανάστασης, ο κύριος απελευθερωτικός χαρακτήρας, ο βασικός προσανατολισμός, προς αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού και της σουλτανικής δεσποτείας. Αυτή την εποχή, που κατέρρεαν τα απολυταρχικά καθεστώτα και διαδίδονταν οι ιδέες του διαφωτισμού, η ελευθερία ήταν λέξη πρωταρχικής σημασίας, αφού επικάλυπτε, κατά τρόπο αναμφισβήτητο, τη σημασία της εθνικής ελευθερίας της εθνικής απελευθέρωσης.
Πρωταρχικός στόχος η εγκαθίδρυση εθνικού κράτους, με την εμπέδωση της έννοιας του έθνους. Το έθνος που θα ενεργούσε ως βασικός ενωτικός παράγοντας όλων των Ελλήνων, που διαπνέονταν από τις ίδιες παραδόσεις και την ίδια χριστιανική θρησκεία, που ανήκαν δηλ. στην ίδια εθνοτική ομάδα.
Μέσα σ’ αυτή τη ζύμωση των ιδεών για την εγκαθίδρυση εθνικού κράτους κατά την προεπαναστατική περίοδο και την προετοιμασία και προπαρασκευή της Επανάστασης, η σημασία της ελευθερίας ήταν καταλυτική.
Η λέξη «Ελευθερία» δήλωνε την εθνική κυριαρχία ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους. Σε γενικές γραμμές η επανάσταση ήταν μόνο εθνική επανάσταση και τίποτε άλλο. Πρωτεύοντα ρόλο στην απόκτηση της ελευθερίας και την ίδρυση εθνικού κράτους έπαιξαν εκείνα τα στοιχεία που συνένωσαν τις δυνάμεις του υπόδουλου ελληνισμού στην Ελληνική Επανάσταση.
Τα στοιχεία, κίνητρα που οδήγησαν στην Επανάσταση ήταν: α) ο ελληνισμός ζούσε, με μια μεγάλη δημογραφική διασπορά, στην οθωμανική αυτοκρατορία, χωρίς εθνικά σύνορα, κατεσπαρμένος σε πολλά μέρη της αυτοκρατορίας, μαζί με τον ελληνισμό που ζούσε και δρούσε έξω από το οθωμανικό κράτος δημιουργούσαν τα ιδεολογικά θεμέλια, το κατάλληλο υπόστρωμα για την πίστη στην ελευθερία και στην επανάσταση. Β) Η ιδέα μιας ελληνικής οντότητας που θα αντικαθιστούσε τη μουσουλμανική κυριαρχία. Γ) Οι ιδέες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού διαπερνούσαν τον ελληνισμό και δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για την αποτίναξη του ζυγού. Οι ιδέες του Ρήγα και τον Κοραή δημιουργούσαν τη γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν πίσω. Ο Νεοελληνικός διαφωτισμός ήταν μια πνευματική διαδικασία που οδήγησε στην αναγέννηση της εθνικής ιδέας για την απολύτρωση από τα οθωμανικά δεσμά. Δ) σημαντικό στοιχείο που βοήθησε στην ενότητα του ελληνισμού ήταν η γλώσσα.
Η γνώμη του Αδαμάντιου Κοραή, του πιο σημαντικού διανοούμενου του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που ζούσε στο Παρίσι, ήταν βαρύνουσα. Τόνιζε τη σημασία της παιδείας για το έθνος.
Στη νότια Βαλκανική ένα ισχυρό στοιχείο που συνέτεινε στη συγκρότηση ισχυρού δεσμού ενότητας των Ρωμιών ήταν η ανάδειξη του γλωσσικού οργάνου μέσα από την εκκλησία και η ίδρυση λαϊκών σχολείων. Ε) Άλλο στοιχείο ήταν το γεγονός ότι οι Έλληνες κατάφεραν να πρωτοστατήσουν στο θαλάσσιο εμπόριο σε σχέση με άλλους λαούς που βρίσκονταν υπό την κυριαρχία των Οθωμανών.
Μέσα σ’ αυτή τη συγκυρία το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για την Ελλάδα, ήταν ελάχιστο. Η άποψη των Ευρωπαίων για τους Ρωμιούς ήταν σχεδόν περιφρονητική. Αντιθέτως, για τους Τούρκους είχαν θετική γνώμη. Κατά τον 19ο αιώνα το κλίμα στη λύση για την Ελλάδα αλλάζει. Στην αλλαγή αυτή έπαιξε ρόλο η επίδραση του Ρωμαντισμού (ρομαντισμού), που έφερε στην επικαιρότητα την αγάπη για την κλασική αρχαιότητα και κατ’ επέκταση για τους Νεοέλληνες.
Με τα ορλωφικά του 1770 αποδείχτηκε ότι ήταν σε θέση να ξεσηκωθούν οι Έλληνες. Τότε άρχισε να αλλάζει η γνώμη για τους Έλληνες και να δημιουργείται στην Ευρώπη συμπάθεια για τους Ρωμιούς. Η συμπάθεια αυτή δημιούργησε ένα ρεύμα φιλελληνισμού, το οποίο συνέβαλε στην εθνική αποκατάσταση.
Να διευκρινίσουμε όμως, πολύ σύντομα, τι ήταν ο ρωμαντισμός. Με τι λέξη ρωμαντισμός υποδηλώνεται το πνευματικό κίνημα, κατά το οποίο το συναίσθημα υπερισχύει της λογικής, ένα ρεύμα αντίθετο από το ορθολογικό πνεύμα. Με τον ρωμαντισμό πρωτεύουσα θέση έχει η συγκίνηση, η ελεύθερη έκφραση των συναισθημάτων. Ο ρωμαντισμός ήταν ένα κίνημα απελευθέρωσης από τον λογιοτισμό, που θέτει σε πρώτη θέση την οικειότητα απέναντι στη ψυχρότητα.
Η ανάσταση του παρελθόντος με τον ρωμαντισμό ζωντάνεψε τα ερείπια και έστρεψε το ενδιαφέρον προς τους Νεοέλληνες, προς τα ήθη, τα έθιμα, τα τραγούδια, τις παραδόσεις, που τους στήριξαν στην μακραίωνη σκλαβιά. Μέσα σ’ αυτή τη συναισθηματική έκρηξη γεννήθηκε ο φιλελληνισμός. Με το κλίμα του ρωμαντισμού που είχε δημιουργηθεί υπονοούσαν συνειρμική την αναγέννηση και της αρχαίας και της νέας Ελλάδας.
Στους ρωμαντικούς φιλέλληνες πίσω από το πάθος τους για την Ελλάδα δρούσε και το συναίσθημα που προκαλούσε η φτώχεια, η αθλιότητα, η οπισθοδρόμηση και γενικά η δουλεία. Όλα αυτά δημιουργούσαν συμπόνια για τους σκλάβους. Για πολλούς φιλέλληνες η συμπόνια μετατρέπονταν σε απογοήτευση όταν διαπίστωναν ότι οι άνθρωποι που συναντούσαν δεν ήταν οι ιδανικές μορφές που περίμεναν. Λιγότεροι ήταν εκείνοι που προσαρμόζονταν με τα νέα δεδομένα. Παρόλα τα αρνητικά βιώματα κατανοούσαν την ηθική κατάσταση του λαού, για αιώνες υπόδουλοι, και πρόσφεραν συνειδητά τις υπηρεσίες τους στο αγωνιζόμενο έθνους για την ανεξαρτησία του. Παράδειγμα συνειδητής προσφοράς ήταν ο λόρδος Βύρων, ο οποίος ζούσε την αγωνία των επαναστατημένων Ελλήνων.
Οι φιλέλληνες υπηρέτησαν με πάθος το ιδανικό τους στην απελευθερωτική προσπάθεια των υπόδουλων Ελλήνων. Η συνεισφορά τους στον αγώνα ήταν ουσιαστική. Συνέβαλαν και με την πολιτική τους επιρροή και με τον ενθουσιασμό τους, ακόμη και με το αίμα τους, στην ανεξαρτησία της Ελλάδας.