Τότε η Ισπανική γρίπη, σήμερα ο κορωνοϊός!

on .

 «Στας 16-Αυγούστου 1918 όλος ο κόσμος προσεβλήθη από την θανατηφόρο ισπανική γρίππη. Όλοι οι στρατιώται με υψηλόν πυρετό, είναι κρεβατωμένοι. Κανείς δεν υπάρχει που να μπορεί να βοηθήσει τους βαρειά αρρώστους. Καίγεται ο κόσμος από τον πυρετό και δεν βρέθηκε ούτε ένας γιατρός, ούτε ένας νοσοκόμος…». Έτσι, παραστατικά, περιγράφει τη θανατηφόρο επέλαση της «ισπανικής γρίπης» στα «Στρατιωτικά Απομνημονεύματα» ο δεκανέας του Ελληνικού στρατού Νικόλαος Μαργαριτούλης από τον Προφήτη Ηλία του Βόλου, που βρέθηκε το 1916-1919 στο Γκαίρλιτς της τότε Γερμανικής Αυτοκρατορίας με άλλους 7.000 στρατιώτες του Δ΄ Ελληνικού Σώματος Στρατού, ως «φιλοξενούμενοι» του Κάιζερ για όσο θα διαρκούσε ο πόλεμος.
Βρισκόμαστε στο έτος 1918. Ο Πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, ο «Μεγάλος Πόλεμος» με τα εκατομμύρια των νεκρών στα πεδία των μαχών σε Ανατολική και Δυτική Ευρώπη πλησιάζει προς το τέλος του και, τότε, από το πουθενά εμφανίζεται ένας νέος, αόρατος και ακατανίκητος εχθρός, που αποδεκατίζει αδιακρίτως εχθρούς και φίλους, στρατιώτες και αμάχους, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Δεν κάνει διακρίσεις. Στο κοφτερό δρεπάνι του είναι χαραγμένο το όνομα του θανάτου. Λέγεται «ισπανική γρίπη», μια φοβερή πανδημία γρίπης, η οποία από τον Μάιο του 1918 μέχρι τις αρχές του 1919 σάρωσε την ανθρωπότητα με τρία διαδοχικά θανατηφόρα κύματα, με έξαρση των κρουσμάτων τον Οκτώβριο του 1918. Πάντως, αυτός ο ιός, πριν εξαφανιστεί απότομα τους πρώτους μήνες του 1919, εξόντωσε σ’ όλον τον πλανήτη περισσότερους από 20 εκατομμύρια ανθρώπους. Άλλες στατιστικές αναφέρουν τα 40-50 εκατομμύρια.
Στηριζόμενοι σε άρθρα και ανταποκρίσεις εφημερίδων της κεντρικής Ευρώπης θα δώσουμε εν συντομία μια εικόνα της έκρυθμης κατάστασης που προξένησε η ισπανική γρίπη στον κοινωνικό ιστό των ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες έτσι και αλλιώς είχαν υποστεί σοβαρότατα δημογραφικά πλήγματα από τα εκατομμύρια των νεκρών, τραυματιών και αναπήρων του πολέμου.
Τώρα ο τραγικός απολογισμός αυξάνεται από τον άτεγκτο αόρατο εχθρό. Δεκάδες χιλιάδες τα θύματα της γρίπης, εκατοντάδες χιλιάδες οι ασθενείς με αποτέλεσμα να υπολειτουργούν δημόσιες υπηρεσίες, σχολεία, ταχυδρομεία, τηλεγραφεία και συγκοινωνίες. Τα καταστήματα και τα θέατρα παράμεναν κλειστά, η παραγωγή των εργοστασίων, ελλείψει προσωπικού, περιορίστηκε σημαντικά, η αγροτική οικονομία μηδενίστηκε, ενώ οι «διακοπές γρίπης» ήταν μία ευρέως διαδομένη τακτική άμεσης διακοπής των μαθημάτων, μόλις εμφανιζόταν το πρώτο κρούσμα γρίπης στον μαθητικό πληθυσμό ενός σχολείου.
Στην εφημερίδα της αυστριακής πόλης Ζάλτσμπουργκ «Ζάλτσμπουργκερ Βάχτ» της 19ης Οκτωβρίου 1918 διαβάζουμε: «Ο ιός της γρίπης στη Γερμανία φαίνεται να εξαπλώνονται σε ολόκληρο το Ράιχ με ραγδαίους ρυθμούς. Στο δουκάτο Κόμπουργκ-Γκότα η γρίπη έλαβε πλέον κακοήθη μορφή. Πολλοί οι θάνατοι ... Στη Χαϊδελβέργη και στη γύρω περιοχή, η γρίπη εξαπλώθηκε ανησυχητικά. Τα ταχυδρομεία, οι σιδηρόδρομοι και οι ιδιωτικές εταιρείες επέβαλαν περιορισμούς λειτουργίας... στην πόλη Σαρλότενμπουργκ όλα τα σχολεία έκλεισαν…»
Η βιεννέζικη εφημερίδα «Ντι Νόιε Τσάιτουγκ» της 22ας Οκτωβρίου 1918, περιγράφει την τραγικότητα εκείνων των ημερών στο άρθρο "Η Γρίπη", γεγονός το οποίο θυμίζει περισσότερο τις σύγχρονες χολιγουντιανές κινηματογραφικές ταινίες τρόμου παρά τη φοβερή πραγματικότητα, που βίωνε η κοινωνία από τα θανατηφόρα πλήγματα της πανδημίας.
«Γκρατς, 21 Οκτωβρίου 1918. Την περασμένη εβδομάδα καταγράφονταν ημερησίως 28 έως 36 θανατηφόρα κρούσματα γρίπης. Τα γραφεία κηδειών δεν επαρκούν καθόλου στις απαιτήσεις και ελλείψει εργατικών χειρών είναι αδύνατη η εκσκαφή των αναγκαίων τάφων και για τούτο ζητήθηκε άμεσα η βοήθεια του στρατού. Οι γιατροί είναι υπερβολικά επιβαρυμένοι και οι ασθενείς πρέπει να περιμένουν ημέρες για ιατρική περίθαλψη. Τα νοσοκομεία είναι υπερπλήρη και στα φαρμακεία επικρατεί, ήδη, έλλειψη φαρμάκων…»
Το φρικιαστικό σκηνικό ολοκληρώνεται με εικόνες που η ανθρώπινη φαντασία δεν τολμά να συλλάβει. Μήπως οι μακάβριες εικόνες μας θυμίζουν το σήμερα; Μήπως το Μπέργκαμο της Ιταλίας με τις φάλαγγες μεταφοράς των φέρετρων ή τη Βραζιλία με τους ομαδικούς τάφους; «Για τα πολλά θύματα της ισπανικής γρίπης στο Γκρατς μιλούν με ευκρίνεια οι μεγάλοι κατάλογοι των νεκρών και οι νεκροφόρες που κυλούν καθημερινά προς τα νεκροταφεία, μέχρι πολύ αργά τη νύχτα. Οι αίθουσες των νεκροταφείων είναι γεμάτες με φέρετρα και η οσμή των πτωμάτων απλώνεται παντού, επειδή τα πτώματα, συχνά, πρέπει να παραμένουν για αρκετό χρόνο στις αίθουσες των κοιμητηρίων, πριν μεταφερθούν και ενταφιασθούν…»
Χωρίς αμφιβολία, ο γνωστός γαλλο-ρουμάνος θεατρικός συγγραφέας Ευγένιος Ιονέσκο, όταν τo 1970 έγραφε το έργο του «Τo παιχνίδι της σφαγής» (Jeux de massacre) είχε υπόψη του τα τραγικά αποτελέσματα της πανδημίας της ισπανικής γρίπης, μιας και ο ίδιος είχε βιώσει στην παιδική ηλικία τη ζοφερή ατμόσφαιρα του θανάτου, που πλανιόταν πάνω από την Ευρώπη και τον υπόλοιπο πλανήτη.
Ας αναλογιστούμε τώρα, τι μας θυμίζουν τα επόμενα μικρά αποσπάσματα από το έργο του. Μήπως ανταπόκριση σημερινού δημοσιογράφου; «Σας συγκέντρωσα για τελευταία φορά εδώ στην πλατεία της πόλης μας, για να σας ενημερώσω: Μας συμβαίνει κάτι εντελώς ανεξήγητο. Μας επιτέθηκε ένας λοιμός αγνώστων αιτιών. Οι γειτονικές μας πόλεις και χώρες έχουν κλείσει τα σύνορά τους. Στρατός έχει κυκλώσει την πόλη μας. Κάθε είσοδος και έξοδος απαγορεύεται. Μέχρι χτες ήμασταν ελεύθεροι, όμως από σήμερα είμαστε σε καραντίνα. Χρειαζόμαστε γερά χέρια για να σκάβουν τάφους… Οικόπεδα, ακάλυπτοι χώροι, αυλές, γήπεδα, όλα επιτάσσονται, γιατί τα νεκροταφεία γέμισαν… Χρειαζόμαστε γιατρούς, νεκροθάφτες, σαβανωτές και κάθε ειδικότητα, που είναι χρήσιμη γι’ αυτή την περίσταση… Απαγορεύονται οι συνεστιάσεις και όλα τα θεάματα. Τα καταστήματα, τα εστιατόρια και τα καφενεία θα λειτουργούν για λίγες ώρες, για να περιοριστεί η εξάπλωση ψευδών ειδήσεων. Και όπως σας είπα, αυτή είναι η τελευταία δημόσια συγκέντρωση. Ομάδες με περισσότερα των τριών ατόμων θα διαλύονται. Επίσης, απαγορεύεται να περιφέρεστε άσκοπα. Όλοι οι πολίτες επιβάλλεται να κυκλοφορούν ανά δύο, για να επιτηρεί ο ένας τον άλλο. Τώρα γυρίστε στα σπίτια σας και μείνετε εκεί. Θα βγαίνετε έξω μόνο σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης…»
Έναν αιώνα αργότερα, σήμερα, στις μέρες μας το ζοφερό σκηνικό δεν άλλαξε και πολύ. Είμαστε μόνο ιατρικά και φαρμακευτικά καλύτερα θωρακισμένοι από πριν και ελπίζουμε σε αποτελεσματική επέμβαση της ιατρικής επιστήμης για καταπολέμηση ή τουλάχιστον για δραστικό περιορισμό του κορονοϊού και των επιπτώσεών του στην παγκόσμια οικονομία, στην ψυχική αντοχή ασθενούντων και μη και, κυρίως, στην υγεία όλων μας.