Αρματολοί και κλέφτες…

on .

Ο αγών της παλιγγενεσίας δεν άρχισε το 1821, όπως συνηθίζεται να λέγεται, αλλ’ ευθύς μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Αν αξιοθαύμαστος είναι ο επί του πεδίου της μάχης αγών, όχι μικρότερου θαυμασμού είναι ο κρυφός αλλ’ επίσης ηρωικός αγών, τον οποίο διεξήγαγε το έθνος από το 1453 μέχρι το 1821.

Και ο αρματολός, ο κλέφτης, ο ναυτίλος, ο κληρικός, ο διδάσκαλος, ο λόγιος, ο έμπορος, η ηρωική μητέρα, ο βασανισμένος ραγιάς, όλοι συνετέλεσαν να διατηρηθεί άσβεστη η ελληνική συνείδηση που οδήγησε στον ξεσηκωμό του 21.
Αλλά και οι πόθοι της φυλής θα ήταν κτήμα λίγων εκατοντάδων διανοουμένων, εάν δεν υπήρχαν σ’ όλες σχεδόν τις

ελληνικές επαρχίες πολεμικοί πυρήνες οργανωμένοι και εκπαιδευμένοι, οι αρματολοί και οι κλέφτες. Είχαν πολεμική πείρα και ηρωικές παραδόσεις, εκτίμηση και εμπιστοσύνη ολοκλήρου του λαού της επαρχίας τους. Η λιτότητα και η σεμνότητα βίου, η γνώση του εδάφους και η άσκηση στις πορείες και στη βολή προετοίμαζε με τον καλύτερο τρόπο τους αυριανούς μαχητές της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Αγύμναστοι και απόλεμοι οι ραγιάδες, πλην των Μανιατών, των Σουλιωτών και των αρματολών της Βορείου Ελλάδος, διδάσκονται τώρα από το παράδειγμα όλων αυτών, αρματολών και κλεφτών, Σουλιωτών και Μανιατών, και εξεγείρονται υπέρ της ελευθερίας, του ιστορικού δικαίου και της πατρικής κληρονομιάς, που είχε αφαιρεθεί δια της βίας.
Στον αγώνα της ανεξαρτησίας μεγαλόπρεπα παρουσιάζεται η πλούσια ανάδειξη ηγητόρων, αυτών που αποτελούν τα κεφαλαία γράμματα της ιστορίας. Άφθονες ηγετικές φυσιογνωμίες αναπηδούν από κάθε γωνιά της ελληνικής γης, για να προσφέρουν στον αγώνα επισκόπους, στρατηγούς, ναυάρχους, υπουργούς, παιδαγωγούς. ιστορικούς, δημοσιογράφους, ποιητές. Ξύπνησε ο ελληνισμός, και υπό το πρόσταγμα « Δεύτε παίδες ελλήνων, η πατρίς σας καλεί», ανέλαβε το ηράκλειο έργο της εθνικής του αποκαταστάσεως.
Ποιος ύμνος έχει την δύναμη να εξάρει τους θεούς, από τους οποίους γέμισε η ελληνική γη, και τους μεγάλους στρατηγούς και ναυάρχους, που αυτοδίδακτοι ξεπήδησαν από αυτή;
Τίνος η φαντασία δύναται να υμνήσει τους στρατούς, οι οποίοι ανεπήδουν αυτοφυείς, αήττητοι, ανά πάσα ελληνική χαράδρα;
Το κίνημα των ενόπλων ανταρτών κατά της τουρκικής εξουσίας έχει στα υπόδουλα Βαλκάνια ένα χαρακτήρα ενιαίο. Η μορφή αυτή του αγώνα στην Ελλάδα παίρνει γρήγορα μεγάλες διαστάσεις, για να ολοκληρωθεί στο τέλος του 18ου αιώνα – αρχές 19ου. Στους κλέφτες στηρίχθηκαν τα σχέδια του Ρήγα, και αυτοί αποτέλεσαν τους πολεμικούς πυρήνες της επανάστασης. Το όνομα κλέφτης, λέγει ο Κολοκοτρώνης, βγήκε από την εξουσία με συκοφαντικό χαρακτήρα. «Μας ονομάζουν οι άρχοντες και το γουναρικό (Οι κοτζαμπάσηδες) κλέφτες». Ωστόσο ήταν τόσο λαοφιλές το κίνημα ώστε και ο χαρακτηρισμός έχασε την αρχική του σημασία στη γλώσσα του λαού και άρχισε πια να σημαίνει «αγωνιστές αντάρτες» κατά του εχθρού. Η δράση τους είναι πυκνή και οι επιχειρήσεις τους διακρίνονται από μια ιδιότυπη στρατηγική, που αλλάζει τακτική ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες. Έτσι άλλοτε δρουν κατά μεγάλες ομάδες και άλλοτε χωρίζονται σε μικρές, που με αδιάκοπες επιθέσεις φθείρουν τον εχθρό και τιμωρούν τους καταπιεστές των πληθυσμών της υπαίθρου. Η ζωή μέσα στην κλέφτικη ομάδα ήταν αναμφισβήτητα σκληρή και γεμάτη κινδύνους. Η μετακίνηση τους ήταν αδιάκοπη και η καταδίωξη τους από τους Τούρκους δυνάστες επίσης σκληρή. Εναντίον τους επιστρατεύονταν όλα τα απάνθρωπα μέσα, όπως το παλούκωμα, το σπάσιμο των κοκάλων, οι κρεμάλες και άλλοι βάρβαροι τρόποι θανατικών εκτελέσεων. Ο Διονύσιος Φιλόσοφος και τα παλικάρια του από τα περίχωρα της Παραμυθιάς στην εξέγερση του 1611 εγδάρησαν ζωντανοί.
Η εσωτερική ζωή των κλέφτικων ομάδων στηριζόταν σ’ ένα καθεστώς στρατιωτικής πειθαρχίας. Υπήρχε ο αρχηγός (καπετάνιος), τα πρωτοπαλίκαρα και τα παλικάρια. Δίπλα στους ενόπλους κλέφτες ζούσε μια μικρή κοινωνία ανθρώπων που είχαν σαν καθήκον να βοηθούν στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας μέσα στην ομάδα, όπως τουφεξήδες, τεχνικοί των αρμάτων, τσαρουχάδες, ραφτάδες κ.ά. Ακόμα μέσα στην ομάδα υπήρχε ο τραγουδιστής, ο άνθρωπος που είχε προορισμό να φτιάχνει και να τραγουδάει τα κλέφτικα τραγούδια, δημιουργήματα της λαϊκής μούσας, που απαθανάτιζαν τους πολεμικούς άθλους της κλεφτουριάς.
Ο συντονισμός της κλέφτικης δράσης γινόταν με συνελεύσεις των αρχηγών που συγκαλούνταν στα βουνά όταν προέκυπτε ανάγκη. Οι κλέφτες ενισχύονταν με όπλα από τις μυστικές οργανώσεις του παροικιακού ελληνισμού, αλλά και από τα ευρωπαϊκά επαναστατικά καθεστώτα και τη Ρωσία. Οι Γάλλοι π.χ. ενίσχυσαν σε όπλα τους Σουλιώτες, η Μ. Αικατερίνη τον Κατσώνη, το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο» του Παρισιού τους κλέφτες κ.λπ. Γενικά το κίνημα των κλεφτών στράφηκε κατά του κατακτητή με σφοδρότητα, τόνωσε το εθνικό φρόνημα του ραγιά, και βοήθησε την ενότητα του λαού.
Ο αρματολός είναι μια διαφορετική περίπτωση ένοπλης παρουσίας στο σκλαβωμένο ελληνικό χώρο. Για να αντιμετωπίσουν την ολοένα αυξανόμενη δύναμη κλεφτουριάς οι Τούρκοι κατακτητές κατέφυγαν σ’ ένα θεσμό γνωστό στα καθεστώτα της Ανατολής από την εποχή των Βυζαντινών ακριτών, που διαμορφώθηκε κατάλληλα στις τοπικές συνθήκες της Ελλάδος από τους Βενετσιάνους κατακτητές: Όπλιζαν, δηλαδή, ντόπια στρατιωτικά σώματα στα οποία ανέθεταν την ευθύνη της τάξεως σε μια περιοχή έναντι γενναίων οικονομικών ανταλλαγμάτων. Ο θεσμός αυτός είναι το αρματολίκι. Οι Τούρκοι συνήθως παραχωρούσαν μια περιοχή σ’ ένα πρώην κλέφτη, με τον οποίο είχαν συνεννοηθεί προηγούμενα και του είχαν δώσει αμνηστία. Ο αρματολός, ή καπιτάνος, με κληρονομικό δικαίωμα στο αρματολίκι, αναλάβαινε να εμπεδώσει την τάξη στη περιοχή διατηρώντας σώμα οπλοφόρων, που η συντήρησή του εξασφαλιζόταν με άμεση φορολογία των αγροτών για τη πληρωμή του μισθού τους, του λεγόμενου λουφέ. Μέσα στα καθήκοντα των αρματολών ήταν να εξοντώνουν τους κλέφτες. Πολύ συχνά οι αρματολοί, που για τον ένα ή τον άλλο λόγο ερχόταν σε αντίθεση με την τουρκική εξουσία, μεταπηδούσαν ευκολότατα στην τάξη των κλεφτών.
Με την πάροδο του χρόνου αρματολοί και κλέφτες συνδέθηκαν περισσότερο μεταξύ τους και ένωσαν τις προσπάθειες τους εναντίον των Τούρκων. Στην αποσύνθεση του αρματολικιού συντέλεσε αποφασιστικά το φούντωμα του κλέφτικου, οπότε άρχισαν να σημειώνονται απανωτές ανταρσίες αρματολών, να εγκαταλείπονται τα αρματολίκια και τα σώματα των ενόπλων να περνούν στις γραμμές της κλεφτουριάς. Από τα αρματολίκια πέρασαν πολλοί από τους σημαντικότερους του ένοπλου αγώνα του 21 και, μαζί με την κλεφτουριά, ο θεσμός στάθηκε ένα αληθινό σχολείο πολέμου για τους υπόδουλους Έλληνες.

* Ο Γιώργος Γκορέζης είναι υποστράτηγος ε.α., αρθρογράφος, συγγραφέας.
e-mail:Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε..
web: ggore.wordpress.com