Το χρονικό της Επαναστάσεως της αυτονόμου Βορ. Ηπείρου… (17 Φεβρουαρίου 1914)

on .

 Συμπληρώνονται 107 χρόνια από την 17η Φεβρουαρίου 1914, όταν στο Αργυρόκαστρο, στην Πρωτεύουσα της Βορείου Ηπείρου, υψώνονταν η σημαία της Αυτονομιστικής Επαναστάσεως και ο βορειοηπειρωτικός λαός άρχιζε τον ιστορικό, τον ηρωικό και μεγαλειώδη Αγώνα του, για την εθνική του αποκατάσταση.
Με την ευκαιρία της 107ης επετείου θεωρούμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε το χρονικό του σημαντικού αυτού ιστορικού γεγονότος, που εσήμανε την έναρξη του Βορειοηπειρωτικού Αγώνα, ενός Αγώνα, ο οποίος, παρά τις θυσίες και το δίκαιό του, έμελλε να μείνει αδικαίωτος.

Βρισκόμαστε στις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, την περίοδο που οι τότε Μεγάλες Δυνάμεις διαμοίρασαν τα εδάφη της Τουρκικής Αυτοκρατορίας που είχαν απελευθερωθεί με τους Βαλκανικούς πολέμους 1912 – 1913. Και την Ελλάδα, την νικήτρια εκείνων των πολέμων, την αναγκάζουν να αποσύρει τα στρατεύματά της από τις βορειοηπειρωτικές περιοχές, από τους νομούς δηλαδή Αργυροκάστρου και Κοριτσάς, περιοχές που μόλις πριν από λίγους μήνες απελευθερώθηκαν με το αίμα των παιδιών της και να παραδώσει αυτούς τους τόπους στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος.
Οι βορειοηπειρώτες, όμως, δεν ήταν δυνατόν να ανεχτούν χωρίς διαμαρτυρίες την άδικη και βάρβαρη καταδίκη τους. Ακολούθησε η προετοιμασία του επαναστατικού Αγώνα, μια σειρά δηλαδή από γεγονότα που προηγήθηκαν του Αγώνα. Σε διάφορα μέρη της Βορείου Ηπείρου σχηματίστηκαν επιτροπές του αγώνα, που περιόδευσαν σε ολόκληρο τον βορειοηπειρωτικό χώρο και συγκρότησαν τους στρατιωτικούς πυρήνες «των Ιερών Λόχων».
Με τη συγκρότηση των ιερολοχιτών δημιουργήθηκε μια ατμόσφαιρα εθνικής ανάτασης, γεγονός που ευνόησε την εκδήλωση των πλέον δυνατών πατριωτικών αισθημάτων της ελληνικής φυλής. Ο ενθουσιασμός και η συγκίνηση μεταδίδεται και στους Ηπειρώτες και τους Έλληνες της ελεύθερης πατρίδας.
Το ξέσπασμα ενός αδικημένου λαού για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του, αρχίζει και γίνεται κεραυνός, γίνεται xείμαρρος. Στις 15 Φεβρουαρίου φτάνει στο Αργυρόκαστρο ο Γεώργιος Χρηστάκη Zωγράφος και στις 17 του ίδιου μήνα στον Δρίνο ποταμό, δέκα λεπτά έξω από την πόλη, μέσω Μητροπολιτών Δρυϊνουπόλεως Βασιλείου Παπαχρήστου, Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδωνος Βλάχου, του πολιτευτή Αλέξανδρου Καραπάνου και μεγάλου πλήθους από όλες τις επαρχίες, υψώθηκε η σημαία της Ελευθερίας και σχηματίστηκε κυβέρνηση της Αυτόνομης Ηπείρου, με πρόεδρο τον Γεώργιο Ζωγράφο. Αρχηγός του στρατού ανέλαβε ο Βορειοηπειρώτης, αντισυγματάρχης του Ελληνικού στρατού, Δημήτριος Δούλης, ο οποίος διευθύνει προσωπικά τις επιχειρήσεις στον τομέα του Τεπελενίου με αξιοθαύμαστη γενναιότητα και ανδρεία, αποκρούοντας τις επιθέσεις του εχθρού.
Στον τομέα της Χιμάρας, ο Σπύρος Σπυρομίλιος κατατροπώνει τους Αλβανούς. Ο Μακεδονομάχος Γεώργιος Τσόντος Βάρδας ελευθερώνει την Κοριτσά. Οι νίκες των αυτονομιστών διαδέχονται η μία την άλλη, οι θυσίες σε αίμα αμέτρητες, αλλά ο εθνικός αυτός αγώνας προκαλεί τη συμπάθεια και τη συγκίνηση όλου του κόσμου. Στην Ελλάδα γίνονται έρανοι και εθελοντές σπεύδουν να στοιχηθούν στις γραμμές της μαχόμενης Ηπείρου. Μαθητές της Ζωσιμαίας Σχολής με αρχηγόν τον καθηγητή Παπαδάκη κατατάσσονται στους ιερολοχίτες, στο πλευρό των αγωνιζόμενων Βορειοηπειρωτών. Οι μαχόμενοι αυτονομιστές με αναπτερωμένο το ηθικό και με ακράτητο ενθουσιασμό θριαμβεύουν. Επικρατούν σε όλο το μέτωπο και αναγκάζουν τους Αλβανούς να ζητήσουν με επίσημες προτάσεις ανακωχή.
Οι διαπραγματεύσεις που ακολουθούν μεταξύ των εμπολέμων και της Διεθνούς Επιτροπής καταλήγουν στο γνωστό «Πρωτόκολλο της Κέρκυρας» σύμφωνα με τις αποφάσεις του οποίου παραχωρείται ευρεία διοικητική Αυτονομία του Βορειοηπειρωτικού λαού μέσα στο αλβανικό κράτος. Αυτό το πρωτόκολλο αποτελεί την πλήρη αναγνώριση της ελληνικότητας της Βορείου Ηπείρου, τόσο από τους Αλβανούς όσο και από τους Ιταλούς και τους Αυστριακούς.
Επικράτησαν η ηθική και το δίκαιο και ανατράπηκε για πάντα το «Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας» σύμφωνα με το οποίο αποσπάτο η Βόρειος Ήπειρος από την Ελλάδα και παραχωρούταν στο νεοϊδρυθέν αλβανικό κράτος.
Ο θριαμβευτικός εκείνος αγώνας έληξε υπέρ της Αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου.
Όμως, ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος που ενέσκηψε και η δολιότητα των Μεγάλων Δυνάμεων και κυρίως της Ιταλίας, ανέτρεψε την κατάσταση και αργότερα, με τη λήξη του πολέμου, μετά από πολλές περιπέτειες και αντιφατικές αποφάσεις και πάλι η Βόρειος Ήπειρος καταδικάστηκε να παραμείνει υπό αλβανική κατοχή.