Ποιος είναι ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης;

on .

Με τη φράση «τέρμα η ακυβερνησία στην Τοπική Αυτοδιοίκηση», η Κυβέρνηση ανακοίνωσε την κατάργηση της Απλής Αναλογικής στην εκλογή των Δημάρχων και των Δημοτικών Συμβουλίων.

Και όσο μεν αφορά την «ακυβερνησία» η φράση αυτή, όπως την εννοεί το πολιτικό μας σύστημα, ανταποκρίνεται ίσως στην πραγματικότητά της. Όσο όμως αφορά την ίδια την Τοπική Αυτοδιοίκηση, γι’ αυτή τη φράση ισχύει η άποψη του Λουίτζι Πιραντέλλο που ακούγεται κάθε τόσο στα θέατρα όλου του

κόσμου και είναι διατυπωμένη στο γνωστό και δημοφιλές ανά τον κόσμο, θεατρικό του έργο με τον τίτλο «Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε».
Κάτι τέτοιο ισχύει για το πολιτικό μας σύστημα, όλων των αποχρώσεων -και το τονίζω αυτό με έμφαση- το οποίο αντιμετωπίζει τα πολιτικά πράγματα, σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, όχι με γνώμονα το κοινό συμφέρον και την ουσία της Δημοκρατίας -και ας διαρρηγνύουν, κάθε τόσο τα ιμάτιά τους, ότι αυτό που κάνουν το κάνουν για το συμφέρον του λαού- αλλά ενεργούν σχεδόν, κάθε τόσο, με γνώμονα την κατάκτηση και τη διατήρηση της εξουσίας.
Από αυτόν το φαύλο κύκλο δεν θα μπορούσε να μείνει έξω, ως μορφή εξουσίας, και η Τοπική Αυτοδιοίκηση της οποίας και χωρίς την «ακυβερνησία», είναι γνωστή η κατάσταση την οποία αντιμετωπίζουμε, σύμφωνα με τη γνωστή και σοφή λαϊκή φράση: «χτυπάμε το σαμάρι, ενώ φταίει το γομάρι». Τα πάντα, λοιπόν, είναι θέμα ερμηνείας και εξηγούνται, σχετικά με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, με βάση τις επιλογές, με θεμελιακά αντίθετες αντιλήψεις, που έχουμε διαμορφώσει για το χώρο της.
Η πρώτη επιλογή θεωρεί την Τοπική Αυτοδιοίκηση ως απλή προέκταση της Κεντρικής Εξουσίας, άμεσο εξάρτημα της κομματικής παντοδυναμίας, ένα απλό μηχανισμό άσκησης διοίκησης, κατά παραχώρηση κομματική. Μια τέτοια επιλογή, που στα χρόνια της μεταπολίτευσης έχει καταντήσει θεσμός για τη χώρα μας, έχει υποβιβάσει την Τ.Α. σε ένα διοικητικό υποκατάστατο του κόμματος που ασκεί την εξουσία ή σε ένα απλό διεκδικητικό και αντιπολιτευτικό όργανο του κόμματος που διεκδικεί την εξουσία. Γίνεται έτσι η Τ.Α. ένας θεσμός τυπικός, χωρίς κανένα περιεχόμενο, χωρίς καμιά δυνατότητα για αυτενεργό δράση και πρωτοβουλία, και οπωσδήποτε επιζήμιος για τον τόπο.
Αυτού του είδους την Αυτοδιοίκηση θέλουν στη χώρα μας τα κόμματα εξουσίας για να μπορούν να επιλέγουν, όχι τα πιο αξιόλογα στελέχη, που θα έπρεπε να είναι το κύριο έργο της τοπικής κοινωνίας, αλλά το πιο υπάκουο κομματικό στέλεχος, το οποίο μάλιστα εξοπλίζουν στο όνομα της καταπολέμησης της «ακυβερνησίας» με μια νόθα και άβουλη πλειοψηφία, πέρα για πέρα αντιδημοκρατική, ώστε να πανηγυρίζουν κατά τις εκλογές παρουσιάζοντας τις περιοχές που επικρατούν με τα χρώματα του κόμματός τους, να ελέγχουν την πλειοψηφία του Δήμου και να της επιβάλλουν τις απόψεις τους, να μετατρέπουν τους δημάρχους σε ηγεμονίσκους, που εύκολα συμπλέκονται και εξυπηρετούν τα συμφέροντα των τοπικών παραγόντων, από τους οποίους συχνά εξαρτάται και η επανεκλογή τους. Τα ζήσαμε αυτά και στο Δήμο Ιωαννιτών.
Η δεύτερη επιλογή θεωρεί την Τ.Α. ως γνήσια και αποκεντρωμένη δημοκρατική εξουσία που κατοχυρώνει την πλατιά συμμετοχή των πολιτών σε όλες τις εκδηλώσεις της κοινωνικής, οικονομικής και πνευματικής ζωής της περιοχής που καλείται να υπηρετήσει, με πλήρη διαφάνεια και συνεχή ενημέρωση τις ενέργειες των τοπικών αρχόντων, να προβαίνει σε επωφελείς για την περιοχή εισηγήσεις και να ενεργεί σύμφωνα με το Σύνταγμα και με τους νόμους που συμφωνούν με αυτό. Μια τέτοια αντίληψη δεν είναι καινούργια και άγνωστη σε τούτη τη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία. Τη βρίσκουμε ήδη από την αρχαιότητα στον Αριστοτέλη. Στην «Αθηναίων Πολιτεία» εξυμνεί το πολίτευμα της Αθήνας του 5ου π.Χ. αιώνα, διότι «ο Δήμος (=ο οργανωμένος λαός) «απάντων εαυτόν κύριον πεποίηκε» και ανέθεσε την εξουσία στους πολλούς και όχι στους λίγους με το αιτιολογικό ότι «ευδιαφθορώτεροι οι ολίγοι των πολλών», πράγμα που σημαίνει ότι οι λίγοι -πόσο μάλλον ο ένας- διαφθείρονται πιο πολύ παρά οι πολλοί. Άποψη που γίνεται μέχρι σήμερα αποδεκτή από όλους τους πολιτισμένους λαούς, γιατί αυτή είναι η ουσία της Δημοκρατίας.
Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι η «ακυβερνησία» των Δήμων, αλλά η εφαρμογή της Δημοκρατίας -και των κανόνων της- στους Δήμους. Αυτές είναι οι εμπειρίες μου από τη θητεία μου στο Δήμο. Με αυτές τις σκέψεις τον υπηρετήσαμε, απόδειξη ότι οι αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία ομόφωνες, γι’ αυτό και το έργο που πραγματοποιήσαμε. Και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, όταν μετά τις εκλογές του 1985, διαπιστώσαμε ότι το ΠΑΣΟΚ είχε μεταβληθεί από «ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ» σε συνηθισμένο κόμμα εξουσίας και αθέτησε την υπόσχεσή του για καθιέρωση της «απλής και ανόθευτης αναλογικής» -ο όρος από το «ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΜΕ ΤΟ ΛΑΟ»- το Δημοτικό Συμβούλιο Ιωαννίνων, το μόνο σε όλη την Ελλάδα, με ομόφωνη απόφασή του εισηγήθηκε την καθιέρωση της απλής αναλογικής σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο.
Κάθε άλλη σκέψη και κάθε άλλη ενέργεια μπορεί να θέτει «τέρμα στην ακυβερνησία», παράλληλα όμως θέτει τέρμα στην ουσιαστική και δημοκρατική διοίκηση των Δήμων που μετατρέπονται σε απλά κομματικά εξαρτήματα αυτών που τα διορίζουν. Είναι δε εξόχως ανησυχητικό το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν υπήρξε καμιά επίσημη αντίδραση από κανένα Δημοτικό Συμβούλιο και από κανέναν Δήμαρχο. Ίσως μερικοί να εισηγήθηκαν την επαναφορά του νόμου και αντιδημοκρατικού συστήματος. Δείχνει μια τέτοια στάση ότι δεν πάνε στους Δήμους για να προσφέρουν, αλλά για να απολαύσουν τα εξ αυτών προκύπτοντα οφέλη.