Διερευνητικές επαφές με την Τουρκία και οι ευφάνταστες αξιώσεις της!

on .

• Οι εξοικειωμένοι με τα εθνικά μας θέματα και όσοι είναι μυημένοι στην ανάγνωση της εξωτερικής πολιτικής ακούγοντας τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου να απευθύνει κάλεσμα για επανέναρξη των διερευνητικών επαφών με την Ελλάδα δεν εξεπλάγησαν.

Σίγουρα ο τρόπος που έγινε η προσέγγιση ξάφνιασε, αλλά η πρόσκληση αυτή καθεαυτή, όχι. Ήταν κάτι που διαφαίνονταν τους τελευταίους δύο μήνες τουλάχιστον.
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών επέλεξε να απευθυνθεί στην Αθήνα με μία δημόσια παρέμβασή του, αντί να αξιοποιήσει τους διαύλους επικοινωνίας μεταξύ των ΥΠΕΞ των δύο χωρών. Η επιλογή αυτή της Άγκυρας έγινε γιατί έτσι δεν αφήνει περιθώρια για να αμφισβητήσει κανείς τις προθέσεις της.
Η άλλη πλευρά ήθελε να στείλει ένα μήνυμα προς την διεθνή κοινότητα, πως αυτή είναι που επιδιώκει τον διάλογο και την συνεννόηση, ενώ ταυτόχρονα να «εγκλωβίσει» την χώρα μας έτσι ώστε αυτή να μην έχει την επιλογή να αρνηθεί, γιατί κάτι τέτοιο θα επιβεβαίωνε τον πρότερο ισχυρισμό.
Η Ελλάδα αυτό που επιδιώκει είναι το νήμα των συζητήσεων να συνεχίσει από εκεί που το άφησαν οι δύο πλευρές το 2016. Αυτό, όμως, σημαίνει πως η Αθήνα συζητά μόνο για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών μη μπορώντας να υποχωρήσει από τις «κόκκινες» γραμμές της ούτε και να συμφωνήσει στην διεύρυνση της ατζέντας. Μίας ατζέντας για την οποία γίνεται προσπάθεια εδώ και χρόνια από την Άγκυρα να «απλώσει», συμπεριλαμβάνοντας γκρίζες ζώνες, αποστρατικοποίηση νησιών και πολλά άλλα που εντάσσονται στην ευρύτερη θεώρηση που έχει η Τουρκία για την θέση της στην ανατολική Μεσόγειο αλλά εναντιώνονται πλήρως στο Διεθνές Δίκαιο.
Σε μία προσπάθεια να γίνει αντιληπτό το κίνητρο πίσω από την πρόσκληση για διάλογο, ο διεθνής παράγων παίζει καθοριστικό ρόλο, ίσως πολύ περισσότερο και από το πλαίσιο που διαμορφώνουν οι διμερείς σχέσεις.
Έτσι, είναι δεδομένο πως οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η τουρκική οικονομία «πιέζουν» τα πολιτικά στελέχη να επιχειρήσουν μία προσέγγιση με τη νέα ηγεσία των ΗΠΑ και φυσικά με την διχασμένη Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από την άλλη δεν μπορεί να παραβλεφθεί η παγιωμένη πλέον αντίληψη στην Τουρκία πως ανά τακτά χρονικά διαστήματα μπορεί να δείχνει ένα «καλό πρόσωπο» με εκκλήσεις για διάλογο, απόσυρση του Oruc Reis κ.α. προκειμένου να αποφεύγει τις κυρώσεις, τις οποίες ούτως ή άλλως αρκετοί εντός της ΕΕ δεν επιθυμούν για να μην απομακρύνουν περισσότερο την Άγκυρα από τη Δύση.
Επίσης δεν μπορούν να τεθούν εκτός κάδρου και οι πιέσεις που δέχεται η Αθήνα από τους εταίρους, με πρώτη την Γερμανία για να δείξει, αν όχι υποχωρητικότητα, σίγουρα περισσότερη ανοχή προς την Τουρκία.
Οι τελευταίες ενδείξεις πάντως είναι ότι ο Ερντογάν προσπαθεί να ρίξει γέφυρες με τις ΗΠΑ και την ΕΕ σε μία ισορροπία του τρόμου, αφού δεν εμφανίζεται να υποχωρεί στις εκφρασμένες εδώ και καιρό θέσεις για την Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο.
Με αυτή την κατάσταση και τα ισχύοντα δεδομένα, η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει πολλά στις διερευνητικές επαφές. Προβλέψεις σίγουρα δεν μπορούν να γίνουν, ωστόσο δεν θα προκαλέσει καμία έκπληξη σε κανέναν εάν οι συζητήσεις καταρρεύσουν το επόμενο δίμηνο λόγω των αξιώσεων της Άγκυρας...