Ήταν κυρίως η πίστη στα ιδανικά της φυλής μας!

on .

 Στη σειρά των μεγάλων ημερών της ιστορικής μας πορείας, η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου είναι μέρα με παγκόσμια ακτινοβολία και απήχηση.
1940. Ο Β' παγκόσμιος πόλεμος είχε ήδη αρχίσει. Το Πάσχα του 1939 τα ιταλικά στρατεύματα είχαν καταλάβει την Αλβανία και περίμεναν να βρουν μια αφορμή να εισβάλλουν και στην Ελλάδα.
Στις 15 Αυγούστου του 1940 οι Ιταλοί ανατινάζουν ύπουλα το πολεμικό μας πλοίο «Έλλη», στο λιμάνι της Τήνου. Στη συνέχεια καταστρώνουν καλά το σχέδιο τους και την 27η Οκτωβρίου

1940 ο Μουσολίνι στέλνει τελεσίγραφο προς τον Ελληνικό λαό και ζητά να επιτραπεί στα ιταλικά στρατεύματα να καταλάβουν στρατηγικά σημεία της χώρας μας.
Το εμπρηστικό έγγραφο όμως δεν παραδίνεται στην Ελληνική Κυβέρνηση. Ο πρεσβευτής Ιταλός Γκράτσι προτίμησε το βράδυ εκείνο να παίξει «μπριτζ» σε φιλικό σπίτι και στις 3 μετά τα μεσάνυχτα επισκέπτεται τον πρωθυπουργό της Ελλάδας και του δίνει το τελεσίγραφο. Η προθεσμία του εκπνέει στις 6 το πρωί. Οι Έλληνες δεν έχουν ούτε 3 ώρες στη διάθεσή τους να ετοιμασθούν. Οι Ιταλοί είναι ήδη στα σύνορα οπλισμένοι και πανέτοιμοι να εισβάλουν στη χώρα μας. Το δίλημμα μεγάλο. Η στιγμή κρίσιμη. Ωστόσο οι Έλληνες δε διστάζουν ούτε μια στιγμή να διαλέξουν το δρόμο της θυσίας κι απαντούν «ΟΧΙ».
Την 28η Οκτωβρίου η Ελλάδα ξυπνάει στις 6 το πρωί. Οι καμπάνες των εκκλησιών και οι σειρήνες ηχούν, το ραδιόφωνο αρχίζει να μεταδίδει τα επίσημα διαγγέλματα:
Προς τον έλληνικόν λαόν
…Με πίστιν εις τον Θεόν και τα πεπρωμένα
της ψυχής, το έθνος, σύσσωμον και πειθαρχούν
ως εις άνθρωπος, θα αγωνισθή υπέρ βωμών και
εστιών μέχρι της τελικής νίκης.
Έν τοις Ανακτόροις των Αθηνών τη 28η Οκτωβρίου 1940
Γεώργιος Β'
Οι Έλληνες δεν έδειξαν κανένα σημείο αγωνίας ούτε ηττοπάθειας. Συνέβη μάλλον το αντίθετο. Όταν άρχισαν να ξεχύνονται στους δρόμους, παρουσιάστηκαν εκδηλώσεις που φανέρωναν πως ο λαός ήταν αποφασισμένος να πολεμήσει χωρίς να αναλογιστεί το μέγεθος του κινδύνου. Όσοι είχαν ζήσει κι άλλους πολέμους βεβαίωναν βαθιά εντυπωσιασμένοι ότι η επιστράτευση και η πολεμική εξέγερση της 28ης Οκτωβρίου ξεπερνούσε κάθε προηγούμενο σε παλμό και ενθουσιασμό. Η πίστη ότι η Υπέρμαχος Στρατηγός είναι μαζί τους, τους αναπτέρωνε το ηθικό, ενώ οι μανάδες και οι γυναίκες ξεπροβοδούσαν τους άντρες με την ευχή: «Ο Θεός και η Παναγιά μαζί σου και με την νίκη» και τους κρεμούσαν ένα σταυρουδάκι στο λαιμό. Οι ίδιες γύριζαν στην εκκλησία ή στο εικόνισμα του σπιτιού και γονάτιζαν να προσευχηθούν πρώτα για τη νίκη και μετά να γυρίσουν σώοι οι στρατιώτες μας.
Στα σύνορα όμως τι γινόταν; Η ιταλική επίθεση είχε εκδηλωθεί σ' όλο το μέτωπο μισή ώρα πριν εκπνεύσει η ορισμένη προθεσμία. Ταυτόχρονα, είχε αρχίσει και η δράση της ιταλικής αεροπορίας. Η υπεροχή του εχθρού σε όπλα, σε αριθμό, σε εκπαίδευση κατατρόπωσαν τους Έλληνες. Χρειάστηκαν τρεις μέρες συνεχούς υποχώρησης για να καταφέρουν οι Έλληνες με το Δαβάκη να ανασυνταχθούν και να κερδίσουν την πρώτη τους μάχη.
Και το θαύμα της Πίνδου έγινε. Παρά τις δραματικές συνθήκες που επικρατούσαν εκεί πάνω, οι 200 μισοπεθαμένοι φαντάροι του Δαβάκη αναχαίτισαν τους 15.000 πάνοπλους αλπίνους «Τζούλια» για να τους αποδεκατίσουν τελείως στις 9 Νοεμβρίου. Και τούτο, γιατί οι στρατιώτες μας πίστευαν στο δίκαιο του αγώνα τους, ενώ πίσω από κάθε μαχητή αγρυπνούσε μια μάνα, μια σύζυγος, μια οικογένεια προσευχόμενη στην Παναγία και στο Χριστό. Αργότερα πολλοί στρατιώτες κατέθεταν ότι είδαν την Παναγία να σκέπει τα στρατεύματα μας και να τα καθοδηγεί.
Ανακαταλήφθηκαν λοιπόν οι χαμένες θέσεις. Έτσι διαβάζουμε σε άρθρο των Times στις 14-12-1940: Όταν οι Έλληνες εξορμούν στα αλβανικά βουνά κραδαίνοντας τις ξιφολόγχες με την κραυγή «αέρα», οι φασίστες του Μουσολίνι δικαιολογούν την πανικόβλητη φυγή τους: «ποιος μπορεί να τα βάλει με τρελούς;»!
Η Αθήνα στο μεταξύ κι ολόκληρη η Ελλάδα πανηγύριζε με έξαλλο ενθουσιασμό. Οι κωδωνοκρουσίες ηχούσαν ακατάπαυστα. Όπως στην Ανάσταση, πολλοί αγκαλιάζονταν κι άλλοι ξεσπούσαν σε λυγμούς χαράς, σε ευχαριστήριες προσευχές και δεήσεις.
Είναι όμως γνωστό σε όλους ότι ο επίλογος σ' αυτήν την υπέροχη ελληνική ανάταση δεν ήταν το ίδιο ευτυχής. Με την επέμβαση της Γερμανίας ο ελληνικός λαός, αφού έδωσε και το τελευταίο απόθεμα της ανθρώπινης αντοχής του, αναδιπλώθηκε, υπέκυψε. Οι 55 μέρες ωστόσο της γερμανικής επίθεσης ήταν χρόνος αρκετός για να διευκολυνθούν οι συμμαχικές κινήσεις στην Αφρική και να αναβληθεί η γερμανική επίθεση προς Ανατολάς μέχρι το τέλος Ιουνίου. Αυτό είχε τεράστια σημασία για την έκβαση του πολέμου. Ο κρατικός σταθμός των Σοβιέτ δε δίστασε να διακηρύξει: «Έλληνες, κερδίσαμε χάρη στη θυσία σας χρόνο για ν’ αμυνθούμε. Ως Ρώσοι, ως άνθρωποι, σας ευγνωμονούμε».
Αναρωτιέται όμως κανείς γιατί έκαναν οι Έλληνες αυτό τον άνισο πόλεμο; Ποιες ήταν οι κινητήριες δυνάμεις αυτού του λαού;
Ήταν το πάθος της ελευθερίας, το αίσθημα της τιμής και της εμμονής στο χρέος, η πίστη στα ιδανικά της φυλής μας: Θρησκεία, οικογένεια, πατρίδα. Μ' αυτό το φρόνημα ίσως κληθούμε και σήμερα να απαντήσουμε στις προκλήσεις και τα σχέδια των γειτόνων μας, αν και απευχόμαστε τον πόλεμο. Ενώνουμε τις προσευχές μας στο αίτημα της Εκκλησίας μας: «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου», αλλά αν χρειαστεί, ας υποσχεθούμε, προσκυνητές εκείνων που έπεσαν για την ελευθερία, πως θα διαφυλάξουμε και τώρα, μονιασμένοι, την ακεραιότητα της αγαπημένης μας πατρίδας με πίστη στο Θεό, στην Εκκλησία και με το αίσθημα της τιμής και της αξιοπρέπειας.