Δωδώνη: Από την προστασία, στο σχεδιασμό και την αξιοποίηση!

on .

Σύμφωνα με το πρόσφατα αναθεωρημένο Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο της Περιφέρειας Ηπείρου (ΦΕΚ ΑΑΠ 286, 28-Νοε-2018), η Δωδώνη χαρακτηρίζεται ως διεθνούς αξίας μνημείο, συνεισφέροντας καθοριστικά στην κατάταξη της Περ. Ενότητας Ιωαννίνων στην 6η θέση πανελληνίως (μετά τις Περ. Ενότητες Κυκλάδων, Λακωνίας, Αττικής, Δωδεκανήσου και Κέρκυρας), σε σχέση με τη συνολική διαθεσιμότητα πολιτιστικών πόρων (μνημεία, παραδοσιακοί οικισμοί κλπ.). Το στατιστικό αυτό στοιχείο αποτυπώνεται στην έρευνα του Καθηγητή Σερ. Πολύζου, η οποία περιλαμβάνεται στην έκδοση Περιφερειακή Ανάπτυξη (2011).
Στην ελληνική πραγματικότητα, και σε πλήρη συμπόρευση με τα διεθνώς κρατούντα, η υπόθεση της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί ύψιστη συνταγματική επιταγή, αφού στο άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος καθορίζεται ρητά ότι: «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας».
Δύο στοιχεία πρέπει να υπογραμμιστούν στο σημείο αυτό:
α) Στην Ήπειρο της μοναδικής πανελληνίως ευεργετικής παράδοσης, η επίκληση του ατομικού δικαιώματος στο σκέλος της προστασίας δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως τυπική αναφορά, αλλά ως ουσιαστική συνιστώσα προσφοράς σε χαλεπούς και μη καιρούς (όπως έχει περιτράνως αποδειχθεί ιστορικά).
β) Η εισαγωγή της αειφόρου προσέγγισης (όπως διαμορφώθηκε μετά την αναθεώρηση του 2001), επιτάσσει τη διαρκή στάθμιση της οικονομικής ανάπτυξης με το θέμα της προστασίας, προς όφελος όχι μόνο της παρούσας αλλά και των επόμενων γενεών.
Στην περίπτωση της Δωδώνης, η οποία κηρύχτηκε επισήμως ως ιστορικός και αρχαιολογικός χώρος με το Προεδρικό Διάταγμα του ΦΕΚ Α 15 (25-Ιαν-1927), η πολιτεία επέδειξε τη σωστή στάση ευθύνης αλλά και την απαιτούμενη ευελιξία στο διάβα του χρόνου, εκδίδοντας πλήθος συναφών Υπουργικών Αποφάσεων (ενδεικτικά: ΦΕΚ Β 98 / 14-Φεβ-1992, ΦΕΚ Β 913 / 09-Δεκ-1994, ΦΕΚ Β 427 / 17-Μαϊ-1995, ΦΕΚ Β 338 / 21-Μαρ-2006, ΦΕΚ ΑΑΠ 21 / 23-Ιαν-2015, ΦΕΚ ΑΑΠ 62 / 07-Απρ-2015 κλπ.). Είναι απολύτως βέβαιο ότι το ίδιο μπορεί να συμβεί εκ νέου (αν απαιτείται), δεδομένης της προσήλωσης της παρούσας πολιτικής ηγεσίας στη «μεγάλη ευκαιρία να αξιοποιήσει η Ελλάδα το σημαντικότερο συγκριτικό της πλεονέκτημα που δεν είναι άλλο από την απαράμιλλη φυσική της ομορφιά και τον μοναδικό πολιτιστικό της πλούτο» (απόσπασμα ομιλίας του Πρωθυπουργού στη Βουλή, στη συζήτηση για τις Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησης, 20-Ιουλ-2019).
Ο ρόλος της πολιτείας ήταν ανέκαθεν να κάνει εκτίμηση των καταστάσεων και να λαμβάνει τις κατάλληλες κανονιστικές προσαρμοστικές αποφάσεις «με λογισμό και μ’ όνειρο», όπως έγραψε ο εθνικός μας ποιητής, αλλά και με σεβασμό στο «μέτρον» και στην «αρμονία», όπως μέσα σε λίγες μόνο λέξεις επήνεσαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι («μέτρον άριστον» - Κλεόβουλος, «μηδέν άγαν» - δελφικό παράγγελμα, «αρμονία αφανής φανερής κρείττων» - Ηράκλειτος). Ωστόσο, όπως έγραψε ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας (ως εμπνευσμένος «πρηκτήρ έργων» και όχι μόνον «ρητήρ μύθων») σε μία από τις τελευταίες του επιστολές προς τον Ελβετό φίλο του Εϋνάρδο: «Έρχεται όμως καιρός ότε οι άνθρωποι κρίνονται ουχί καθ’ όσα είπαν ή έγραψαν περί των πράξεων αυτών, αλλά κατ’ αυτήν την μαρτυρίαν των πράξεών των». Κοντολογίς, τίποτε δεν μπορεί να προχωρήσει επί τα βελτίω χωρίς την επιβεβλημένη έμπρακτη αποφασιστικότητα εκ μέρους των εκάστοτε αρμοδίων αρχών.
Στην τουριστική ορολογία, ως προορισμός ορίζεται ένα σύνολο ιδιοτήτων οι οποίες χαρακτηρίζουν ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, όπως επί παραδείγματι: φυσικά θέλγητρα, υλικά μνημεία, άυλη παράδοση, διαχρονική ιστορική αξία, ελκυστικότητα, φυσιογνωμία, χωρητικότητα (capacity), προσβασιμότητα, υποδομές φιλοξενίας, δραστηριότητες, τοπική κοινωνία / ανθρωπογενές περιβάλλον, φορείς συμφερόντων (stakeholders) κλπ. Όλα τα παραπάνω στοιχεία συνιστούν ένα σύνθετο οργανικό σύμπλεγμα, η διοίκηση (management) του οποίου δεν μπορεί να αφεθεί στον «αυτόματο πιλότο». Ο πολυγραφότατος συγγραφέας, σύμβουλος και καθηγητής Philip Kotler στο βιβλίο του Marketing for Hospitality and Tourism (5η έκδ. 2010) επισημαίνει ότι «η ανάπτυξη του τουρισμού οφείλει να ισορροπεί μεταξύ του πειρασμού της μεγιστοποίησης των τουριστικών εισροών, της προστασίας των ιδιαίτερων φυσικών χαρακτηριστικών και της ποιότητας ζωής της τοπικής κοινωνίας. Αυτό συχνά αποτελεί ένα δύσκολο εγχείρημα. Η απουσία σωστού management των τουριστικών προορισμών, μπορεί να οδηγήσει σε ταχύτατη απαξίωση». Προτείνει δε την κατάλληλη γεωγραφική διοικητική ιεράρχηση και τμηματοποίηση, ξεκινώντας από τους μακρο-προορισμούς (π.χ. σε επίπεδο χώρας, περιφέρειας κλπ.) και καταλήγοντας στους ξεχωριστούς τοπικούς μικρο-προορισμούς.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (UNWTO) αρκετά έγκαιρα αξιολόγησε την αναγκαιότητα και χρησιμότητα της ίδρυσης και λειτουργίας των Οργανισμών Διαχείρισης Προορισμών (Destination Management Organizations – DMOs) και εξέδωσε το πρώτο ειδικό εγχειρίδιο με τίτλο A Practical Guide to Tourism Destination Management (2007), στον πρόλογο του οποίου δίνεται με έγκυρο και κατανοητό τρόπο το σαφές περίγραμμα και οι βασικές κατευθύνσεις: «Η διαχείριση προορισμού είναι ένα θέμα αυξημένης σπουδαιότητας, καθ’ όσον οι προορισμοί ανταγωνίζονται στο να παρέχουν το υψηλότερο επίπεδο ποιότητας στην εμπειρία των επισκεπτών∙ επίσης, οφείλει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του τουρισμού στις τοπικές κοινωνίες και στο περιβάλλον. Για να ανταγωνιστούν αποτελεσματικά, οι προορισμοί πρέπει να προσφέρουν εξαίσιες εμπειρίες και σημαντική αξία στους επισκέπτες. Ο τομέας του τουρισμού είναι περίπλοκος και, από την ώρα που οι επισκέπτες καταφθάνουν στον προορισμό, μέχρι την αναχώρησή τους, η ποιότητα της εμπειρίας τους επηρεάζεται από αρκετούς παράγοντες, όπως οι διάφορες υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, η άμεση επαφή με την τοπική κοινωνία, το ευρύτερο περιβάλλον, καθώς και το κλίμα φιλοξενίας. Η παραγωγή υψηλής αξίας εξαρτάται από τη δυνατότητα πολλών οντοτήτων και οργανισμών να δρούν ομαδικά και ενιαία. Η διαχείριση προορισμού επιδιώκει τη συνεργασία όλων των διαφορετικών ομάδων ενδιαφέροντος, ώστε να υπηρετηθεί ο κοινός στόχος της εξασφάλισης της βιωσιμότητας και της ακεραιότητας του συγκεκριμένου προορισμού στο παρόν, αλλά και στο μέλλον».
Ο Εθνικός Οργανισμός Τουρισμού της Αγγλίας (VisitEngland), στην έκδοσή του Principles for Developing Destination Management Plans (2012) εστιάζει στους παρακάτω πέντε κύριους τομείς δραστηριοποίησης και ανάληψης πρωτοβουλιών, κατά τη διαδικασία εκπόνησης και εφαρμογής ενός ολοκληρωμένου Σχεδίου Διαχείρισης Προορισμού:
1. Σύμφωνο Συνεργασίας (‘Agreeing to plan together’): Συμφωνία όλων των φορέων (δημόσιοι οργανισμοί πολιτιστικής διαχείρισης, τοπική αυτοδιοίκηση, τοπική κοινωνία, ιδιωτικός τομέας κλπ.) για κοινό προγραμματισμό δράσεων.
2. Υφιστάμενη Κατάσταση (‘Gathering the evidence’): Ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης και συλλογή όλων των δεδομένων (ειδικά χαρακτηριστικά προορισμού, χαρτογράφηση ευρύτερης χωρικής ενότητας, στοιχεία προσφοράς και ζήτησης, ιδιαίτερα τοπικά ζητήματα, εξωτερικοί παράγοντες κλπ.), έτσι ώστε η στρατηγική να μη βασίζεται σε αυθαίρετες υποθέσεις, ευσεβείς πόθους, «αυτο-εξαιρετισμούς», «εντυπωσιοθηρία» και περιορισμένη γνώση του αντικειμένου.
3. Όραμα (‘Setting the direction’): Καθορισμός κατευθυντήριων γραμμών σε πλήρη εναρμόνιση με τις υπάρχουσες πολιτικές υπερκείμενου και εθνικού επιπέδου, και πρόταση οραματικής διακήρυξης (vision statement) στηριζόμενη σε λεπτομερή ανάλυση τύπου SWOT (Ισχυρά Σημεία / Αδυναμίες / Ευκαιρίες / Απειλές).
4. Δράσεις (‘Identifying the action’): Σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα (κατά προτίμηση 5 έτη), καταγράφονται όλες οι προτεινόμενες δράσεις, με τεκμηριωμένη κοστολόγηση και επιλογές εξεύρεσης χρηματοδοτικών πόρων, με λελογισμένη ταξινόμηση προτεραιοτήτων και με πλήρη προσδιορισμό των ρόλων των διαφόρων εμπλεκομένων φορέων υλοποίησης.
5. Αξιολόγηση Προόδου (‘Measuring progress and keeping it going’): Επιλογή κατάλληλων δεικτών απόδοσης, ενεργοποίηση σύγχρονων μηχανισμών υποστήριξης, παρακολούθησης, ελέγχου και αναφοράς προόδου, με στόχο τη συνεχή επικαιροποίηση του Σχεδίου Διαχείρισης Προορισμού, καθώς και την έγκαιρη προσαρμογή και αναθεώρησή του (όπως απαιτείται).
Με βάση τα παραπάνω, αποτελεί επιτακτική ανάγκη να εκπονηθεί το συντομότερο δυνατόν ένα ολιστικό Διαχειριστικό Σχέδιο για τη Δωδώνη, σε συνάφεια με τις αντίστοιχες προσπάθειες οι οποίες βρίσκονται σε εξέλιξη σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Η διαθεσιμότητα ενός πρότυπου Σχεδίου, είναι σίγουρο ότι θα ωθήσει και την πολιτεία στην εκπλήρωση του πρωτεύοντος ρυθμιστικού της ρόλου και των αντίστοιχων υποχρεώσεων οι οποίες απορρέουν από αυτόν. Το πλέον σημαντικό όμως είναι ότι θα ανατροφοδοτήσει την ελπίδα της τοπικής κοινωνίας να βιώσει ημέρες δημιουργίας και προκοπής στον πολυαγαπημένο τούτο ιστορικό τόπο καταγωγής. Στους έσχατους καιρούς δυσπραγίας (οικονομική κρίση, κρίση πανδημίας) κανείς δεν περισσεύει και όλοι οφείλουν να συστρατευτούν και να συμπράξουν αρμονικά. Επίσης, όλες οι «σχολάζουσες» υποδομές της ευρύτερης περιοχής (χώροι Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, γήπεδο Τ.Κ. Δωδώνης, Δημαρχείο πρώην Καποδιστριακού Δήμου, «Σπίτι του Παιδιού» Τ.Κ. Δωδώνης, κτήρια σχολείων των Τ.Κ. της Δωδωναίας κοιλάδας κλπ.) πρέπει να αξιοποιηθούν κατάλληλα, υπηρετώντας τη συνολική στρατηγική και το αναπτυξιακό όραμα για τον ιδιαίτερα προικισμένο από τη φύση και την ιστορία προορισμό «Δωδώνη».
Η πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας του κορωνοϊού μάς έχει διδάξει, ότι οι αρμόδιοι φορείς σε αγαστή συνεργασία με το επιστημονικό δυναμικό της χώρας, την πολιτική ηγεσία και τις τοπικές κοινωνίες μπορούν με ωριμότητα να περάσουν (ακολουθώντας πολύ προσεκτικά και σταθερά βήματα), από το στάδιο της «αμυντικής» προσέγγισης ενός μείζoνος θέματος όπως η προστασία ενός μνημείου παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, στην επόμενη φάση της επαρκώς μελετημένης ανάδειξης και αξιοποίησης, προσδίδοντας ταυτόχρονα αναπτυξιακή και οικονομική δυναμική στην ευρύτερη περιοχή.

* Ο Γεώργιος Σπ. Σίτος είναι Δωδωναίος της Διασποράς