Κράτος και Εκκλησία

on .

Με αφορμή την πρίν από λίγο καιρό αναθεώρηση του Συντάγματος, καθώς και τα υπάρχοντα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα,(π.χ κορωνοϊός) επανήλθε για άλλη μια φορά το επίμαχο θέμα των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας και συγκεκριμένα το θέμα του χωρισμού του Κράτους και της Εκκλησίας.
Ένα θέμα το οποίο λύθηκε οριστικά από την Γαλλική Επανάσταση (1789) και ισχύει σε όλα σχεδόν τα Ευρωπαϊκά Κράτη, στη Χώρα εξακολουθεί να μας ταλανίζει και να διχάζει τον Ελληνικό λαό.
Κατά την άποψη πολλών νομικών και κοινωνιολόγων αυτή η αναθεώρηση όχι μόνο ήταν διστακτική, αλλά και εν πολλοίς οπισθοδρομική, μιάς και η σημερινή Κυβέρνηση και τα συμπλέοντα με αυτή κόμματά (190 βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, που προέκυψαν από ένα καλπονοθευτικό εκλογικό σύστημα των τελευταίων εκλογών), αποφάσισαν να μην αναθεωρηθεί το άρθρο 3 του Συντάγματος «περί της επικρατούσης θρησκείας» στην Χώρα μας.
Έτσι λοιπόν η επί 200 χρόνια διαπλοκή στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας παραμένει ακέραια και αλληλοσυμπληρούμενη.
Η άρχουσα τάξη της Χώρας μας και η οικονομική ολιγαρχία, αναγνωρίζοντας τον ρόλο της Εκκλησίας και γενικότερα της Θρησκείας, ως ένα σημαντικό πόλο του εκμεταλλευτικού της συστήματος που χρόνια εφαρμόζει, εκχωρεί για άλλη μία φορά ένα μέρος της εξουσίας της, για την καλύτερη χειραγώγηση των λαϊκών στρωμάτων, παραβιάζοντας και περιορίζοντας την βασική Αρχή του Συντάγματος της Λαϊκής Κυριαρχίας.
Συνεπώς στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για μία εκδήλωση πίστης των εκπροσώπων της άρχουσας τάξης, αλλά για παραχώρηση μέρους της ασκούμενης εξουσίας, γι’ αυτό και οι εκάστοτε κυβερνήσεις είναι ενδοτικές στις απαιτήσεις της Εκκλησίας.
Το γεγονός αυτό έχει αποδειχθεί και ιστορικά, πράγμα το οποίο δείχνει την πλήρη σύγχυση που υπάρχει μεταξύ της πολιτικής και της θρησκείας στον τόπο μας. Είναι και παλαιότερες και πρόσφατες οι εμφανείς παρεμβάσεις της Εκκλησίας στην Εκπαίδευση των νέων, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την γνώση και την έρευνα, αλλά καλλιεργούν τον σκοταδισμό στους νέους μας.
Στον τελευταίο νόμο π.χ. για την Παιδεία η Υπουργός Παιδείας κ. Κεραμέως, ούτε λίγο ούτε πολύ, μετά από την παρέμβαση της Εκκλησίας μετατρέπει τα σχολεία σε κατηχητικά. Αυξάνει τις ώρες των θρησκευτικών μαθημάτων και αλλάζει το περιεχόμενό τους, επαναφέρει τον σχολικό εκκλησιασμό και την αξιολόγηση της διαγωγής, θεσμοθετεί εκκλησιαστικές καθαρά γιορτές μέσα στα σχολεία (π.χ. των Τριών Ιεραρχών κ.α.), καταργεί την Κοινωνιολογία, διότι κάνει τους μαθητές αριστερούς και γενικά αλλοιώνει τον ρόλο του εκπαιδευτικού, τον οποίο πλέον μετατρέπει σε ιεροδιδάσκαλο. Αυτή είναι η νέα «κανονικότητα» των «αρίστων» που διαφημίζεται καθημερινά πλέον.
Είναι γνωστό ότι με στην σημερινή κοινωνική εξέλιξη, την αναμφισβήτητη πρόοδο της κοινωνίας και την τεράστια ανάπτυξη της επιστήμης, η γνώση του κόσμου έγινε αντικείμενο της επιστημονικής έρευνας, η οποία διέλυσε όλους τους θρησκευτικούς μύθους από το παρελθόν μέχρι και σήμερα και ως εκ τούτου η διδασκαλία των θρησκευτικών με την σημερινή μορφή, δεν προσφέρει τίποτε στις αναζητήσεις των νέων ανθρώπων. Η θρησκεία ως δόγμα δεν ασκεί καμία γνωστική ή ερευνητική λειτουργία.
Η επιστημονική και ιστορική έρευνα ειδικών θρησκειολόγων έχουν καταγράψει, από την εποχή του πρωτόγονου ανθρώπου μέχρι και σήμερα περίπου 2000 θρησκείες, θρησκευτικές δοξασίες και αιρέσεις, εκ των οποίων επιβιώνουν ακόμη 10 με 15, πράγμα το οποίο αποδεικνύει ότι όλες αυτές ήταν και είναι δημιουργήματα των ανθρώπων, τα οποία εξυπηρετούσαν συγκεκριμένους πολιτικούς και κοινωνικούς σκοπούς στην εποχή τους. Ο άνθρωπος έκανε την θρησκεία, δεν κάνει η θρησκεία τον άνθρωπο.
Η ανθρώπινη λογική και απλή επιστημονική σκέψη μάς λένε ότι κάτι που δεν υπάρχει δεν αποδεικνύεται. Εκείνος που επικαλείται και πιστεύει στην ύπαρξη του Θείου, αυτός έχει την υποχρέωση και να την αποδείξει. Προς τι λοιπόν όλο αυτό το μίσος και το μένος μερικών Ιεραρχών της Εκκλησίας κατά ανθρώπων που δηλώνουν άθεοι ή αγνωστικιστές ή ατόμων άλλων θρησκειών και δογμάτων;
Φαίνεται πλέον καθαρά ότι η κ. Υπουργός παιδείας δεν αντιλαμβάνεται τι σημαίνει ο καλλιεργούμενος θρησκευτικός φανατισμός σε ανήλικα παιδιά. Κάτι παρόμοιο κάνουν και φανατικοί ισλαμιστές (π.χ. τζιχαντιστές) οι οποίοι σύμφωνα με τον ιερό τους νόμο (σαρία) διαπαιδαγωγούν ακόμη και ανήλικα παιδιά πώς να σκοτώνουν τους «άπιστους». Αλήθεια, η κ. Υπουργός σε ποιόν αιώνα ζεί; Είναι γνωστές επίσης οι παρεμβάσεις της Εκκλησίας στα Εθνικά θέματα, για τα οποία δεν έχει καμία αρμοδιότητα.
Εκτός από το άρθρο 3 που δεν αναθεωρήθηκε, στις προτάσεις από την προηγούμενη κυβέρνηση υπήρχε και η τροποποίηση του άρθρου 33 παρ. 3 για την καθιέρωση του πολιτικού όρκου του Πρόεδρου της Δημοκρατίας, το οποίο επίσης καταψηφίσθηκε από 168 βουλευτές (Ν. Δ. και Ελληνική Λύση), πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ένας άθεος ή αγνωστικιστής ή πιστός άλλης θρησκείας δεν μπορεί να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αυτοί οι ελληναράδες και υπερπατριώτες, οι οποίοι κόπτονται για τους προγόνους μας και τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, ξέχασαν ότι στην αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία οι νόμοι ψηφίζονταν κατά πλειοψηφία απ’ απευθείας από τον Λαό, με την γνωστή φράση «έδοξε τη Βουλή και τω Δήμω», χωρίς καμία αναφορά στην θρησκεία. Οι σύγχρονοι πλαστογράφοι της ιστορίας μάς μεταφέρουν στον Μεσαίωνα και στη Θεοκρατία, υποχρεώνοντας τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να ορκίζεται «...στο όνομα της Αγίας και Ομοουσίου Τριάδος».
Η ελευθερία της συνείδησης του ανθρώπου παραβιάζεται θεσμικά στη Χώρα μας, λόγω του μη διαχωρισμού του Κράτους και της Εκκλησίας, διότι ελευθερία της συνείδησης σημαίνει ότι η θρησκεία του καθενός είναι ιδιωτική υπόθεση και οι Εκκλησίες είναι ιδιωτικοί οργανισμοί. Δεν είναι δυνατό το Κράτος να παρέχει κρατικά κονδύλια, δηλαδή χρήματα των φορολογουμένων πολιτών στην Εκκλησία, ώστε η τελευταία να παρεμβαίνει στην δημόσια ζωή.
Το θέμα της πίστης ανάγεται στα ατομικά δικαιώματα του καθενός και επομένως η Εκκλησία ως θεσμός, κακώς αναγνωρίζεται ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) και υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, ενώ έπρεπε κανονικά, τόσο αυτή όσο και όλες οι άλλες θρησκείες, να υπαχθούν στο Υπουργείο Εσωτερικών, όπου δηλαδή υπάγονται όλα τα ιδιωτικά σωματεία. Όλα αυτά προφανώς νοθεύουν την Δημοκρατία μας και την Λαϊκή Κυριαρχία.
Είναι άκρως χαρακτηριστικά αυτά που αναφέρονται στον καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (Ν. 590/1977 άρθ. 2), ο οποίος ψηφίσθηκε από το κόμμα της Ν.Δ. μετά από συνεννόηση Καραμανλή –Σεραφείμ: «Η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, ως τα της χριστιανικής αγωγής της νεότητος, της εν τω στρατεύματι θρησκευτικής υπηρεσίας, της εξυψώσεως του θεσμού του γάμου και της οικογένειας … της καθιερώσεως νέων θρησκευτικών εορτών, ζητεί δε την προστασίαν της οσάκις προσβάλλεται η θρησκεία». Το πιο πάνω κείμενο δεν αναφέρεται σε καμία άλλη θρησκεία πλήν της χριστιανικής. Έτσι λοιπόν με ένα καθαρά ιδιωτικό καταστατικό έγγραφο παραβιάζονται ευθέως οι Νόμοι του Κράτους και το Σύνταγμα, αφού ένα μέρος της Λαϊκής Κυριαρχίας εκχωρείται στην Ιεραρχία. Με το πιο πάνω άρθρο η Εκκλησία ακολουθεί πονηρά και υποκριτικά την γνωστή αποστολική συμβουλή στους πρώτους χριστιανούς «Αρχές και Εξουσίες να υποτάσσεσθε».
Η προτροπή αυτή ακολουθήθηκε πιστά σε όλη της διαδρομή της Εκκλησίας. Ιστορικά οι κοινωνικές αρχές του Χριστιανισμού δικαιολόγησαν την δουλεία, παρά το γεγονός ότι διακήρυσσαν την ισότητα των ανθρώπων, δόξασαν την δουλοπαροικία του Μεσαίωνα, δικαιολόγησαν και ανέχθηκαν για 400 χρόνια την υποδούλωση στους τούρκους και εξακολουθούν μέχρι σήμερα να καλύπτουν την κοινωνική ανισότητα και εκμετάλλευση των εργαζομένων, εκφράζοντας την …συμπόνια τους και μεταφέροντας στον …Ουρανό την τιμωρία της αδικίας, που εξακολουθεί να ισχύει σήμερα στις ανθρώπινες κοινωνίες.
Είναι γεγονός επίσης ότι η Εκκλησία καί κύρια τό ανώτατο Ιερατείο της –πλήν ελαχίστων εξαιρέσεων- δέν μάς έχουν πείσει γιά τήν προοδευτικότητα και δημοκρατικότητά τους, διότι είναι ιστορικά γνωστό ότι δέν παρέλειψαν νά "ευλογήσουν" κάθε αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική εκτροπή στήν Πατρίδα μας καί κάθε Δικτατορία. Άνθρωποι καί θεσμοί όπως η Εκκλησία πού εξ ορισμού διεκδικούν τό αλάθητο, της εξ αποκαλύψεως δηλαδή αλήθειας, τής μοναδικότητας τού απόλυτου δόγματος καί πού ανάγουν σέ "αίρεση" καί τήν πλέον απλή έκφραση άλλης άποψης, δέν δικαιούνται νά μιλούν γιά πρόοδο και Δημοκρατία.-
Οι αντιλήψεις αυτές μας οδηγούν κατ’ ευθεία στον Μεσαίωνα και στην εποχή του «πίστευε και μη ερεύνα». Οι συνέπειες αυτής της νοοτροπίας είναι πλέον εμφανείς στον τρόπο που το θρησκευτικό και πολιτικό κατεστημένο της Χώρας μας προσπαθεί να λύσει το οξύτατο θέμα της επιδημίας του κορωνοϊού. Και τι δεν έχουμε ακούσει αυτό το διάστημα. Από επίσημα χείλη αξιωματούχων και του Ιερατείου έχουμε καταιγιστική διασπορά ψευδών και άκρως αντιεπιστημονικών ειδήσεων, ότι δηλαδή «η θεία μετάληψη και ο αγιασμός σώζουν και από τον κορωνοϊό», καθησυχάζοντας το χριστεπώνυμο πλήρωμα ότι «..η πίστη σώζει».
Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος με τις τελευταίες του υποκριτικές δηλώσεις είπε ότι «δεν γνωρίζει τον βαθμό πίστης του κάθε χριστιανού για να μπορεί να μας πεί αν μπορεί να σωθεί». Μάλιστα ο γνωστός για τις ακροδεξιές και φασιστικές του απόψεις, πρώην Καλαβρύτων μας ενημέρωσε κατά την διάρκεια ομιλίας του, ότι «γνωρίζει το θεάρεστο φάρμακο για τον κορωνοϊό, που δεν είναι άλλο από τον Μεγάλο Αγιασμό των Θεοφανείων», που είναι προσιτός σε όσους θέλουν να προστατευθούν.
Δυστυχώς αρωγοί αυτών των απόψεων και σε κάθε είδους αντιεπιστημονική ανοησία, που ακούγεται αυτή την περίοδο και σε κάθε επικίνδυνη επιπολαιότητα, ήρθαν αρκετοί ακροδεξιοί πολιτικοί και άλλοι γνωστοί για της φασιστικές τους απόψεις (π.χ. Χρυσή Αυγή κ.α), για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους.
Η Εκκλησία πρέπει να καταλάβει ότι αυτά είναι πολύ επικίνδυνα παιγνίδια με τις ανθρώπινες ζωές. Τα πράγματα είναι πολύ πιο σοβαρά απ’ ότι φαντάζονται κάποιοι φανατικοί θρησκόληπτοι ή ακόμη και καλοπροαίρετοι θεοσεβούμενοι, όχι μόνο στη Χώρα μας αλλά και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Όταν ο πρώην πρόεδρος της κυρίαρχης σήμερα Ιμπεριαλιστικής δύναμης στον κόσμο (ΗΠΑ) Τζ. Μπούς ( junior) δήλωνε το 2003, ότι εξαπέλυσε την πολεμική μηχανή κατά του Ιράκ και του Σαντάμ Χουσεϊν, «επειδή του ψιθύρισε στο αυτί ο Θεός», το πρόβλημα της θρησκείας – της κάθε θρησκείας- δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους. Ο νεοφιλελευθερισμός και ο νεοφασιστικός καπιταλισμός δεν θα διστάσει προκειμένου να σώσει το αδιέξοδο εκμεταλλευτικό του σύστημα να σχεδιάσει ώστε ο επόμενος παγκόσμιος πόλεμος να είναι θρησκευτικός.